Ο Κοσμάς Πολίτης ήταν μυθιστοριογράφος, διηγηματογράφος και μεταφραστής, με σπουδαίο έργο στον Μεσοπόλεμο και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, που τον κατατάσσει στην πρώτη γραμμή των ελλήνων πεζογράφων. Εντάσσεται στη λεγόμενη «γενιά του ‘30» και θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της στο χώρο της πεζογραφίας. Στο έργο του κυριαρχεί η αγωνιώδης αναζήτηση του απόλυτου ιδεώδους, η οποία εκφράζεται άλλοτε μέσω μιας ιδεαλιστικής, αισθητιστικής και κοσμοπολίτικης γραφής, που συνδυάζει ρεαλιστικά στοιχεία με λυρικές εξάρσεις και άλλοτε με μια πιο άμεση ιδεολογική στροφή προς τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα της εποχής του.
Ο Κοσμάς Πολίτης (κατά κόσμον Παρασκευάς Ταβελούδης), γεννήθηκε στις 16 Μαρτίου 1888 στην Αθήνα. Ήταν γιος του εμπόρου Λεωνίδα Ταβελούδη από τη Λέσβο και της Καλλιόπης Χατζημάρκου από το Αϊβαλί. Μεγάλωσε στη Σμύρνη, όπου είχαν μετοικήσει οι γονείς του από το 1890, μετά την οικονομική καταστροφή του πατέρα του. Αποφοίτησε από την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και σπούδασε στο Αμερικανικό Κολέγιο της πόλης. Το 1917, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του, παντρεύτηκε την Κάρλα Κρέσπι, αυστριακής καταγωγής, με την οποία απέκτησε μία κόρη, τη Φοίβη.
Από το 1905 εργαζόταν ως τραπεζοϋπάλληλος σε διάφορες τράπεζες, αρχικά στη Σμύρνη και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή στη Μασσαλία και το Παρίσι. Το 1923 εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο μετά την πρόσληψή του στην Ιονική Τράπεζα, η οποία είχε τότε την έδρα της στην αγγλική πρωτεύουσα. Τον επόμενο χρόνο κατόρθωσε να μετατεθεί στην Αθήνα και το 1934, μετά τον προσωρινό χωρισμό από τη σύζυγό του, τοποθετήθηκε διευθυντής του υποκαταστήματος της Ιονικής Τράπεζας στην Πάτρα.
Το 1942 απολύθηκε από την τράπεζα, επειδή έκανε κατάχρηση αδειών λόγω της σοβαρής ασθένειας της κόρης του κι επέστρεψε στην Αθήνα. Η Φοίβη, η οποία ήταν παντρεμένη με τον σκηνοθέτη Κωστή Μιχαηλίδη, πέθανε την ίδια χρονιά κατά τη διάρκεια της γέννας της, όπως και το νεογέννητο παιδί της. Ο θάνατος της μονάκριβης κόρης του ήταν καθοριστικός για την επανασύνδεσή του με την Κλάρα. Ένα δεύτερο πλήγμα για τον συγγραφέα ήταν η κατάσχεση του σπιτιού του στο Παλαιό Ψυχικό, λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης του δανείου που είχε λάβει.
Γνώστης της Αγγλικής και της Γαλλικής, άρχισε από τότε να ασχολείται με μεταφράσεις, που έγιναν ο κύριος οικονομικός πόρος του σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του. Στους συγγραφείς των οποίων μετέφρασε έργα συμπεριλαμβάνονται οι Βοκκάκιος, Γουίλιαμ Φόκνερ, Πιερ Μπενουά, Λουί Αραγκόν, Χένρι Τζέιμς, Τζέιμς Τζόις, Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Τενεσί Ουίλιαμς, Έντγκαρ Άλαν Πόε, Αντρέ Μορουά και Τζον Στάινμπεκ. Κατά τα έτη 1945 και 1946 εργάστηκε επίσης ως μεταφραστής στην «Αγγλο-Ελληνική Επιθεώρηση» και στο Βρετανικό Συμβούλιο.
Στα ελληνικά γράμματα πρωτοεμφανίστηκε ουσιαστικά το 1930 με το μυθιστόρημα «Λεμονοδάσος», το οποίο υπέγραφε ως Κοσμάς Πολίτης (το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο προέρχεται από τον χαρακτηρισμό «κοσμοπολίτης» που του είχε απευθύνει ένας γνωστός του στη Σμύρνη). Το έργο αφηγείται τον έρωτα δύο νέων και εκτυλίσσεται στην αστική Αθήνα και τον κοσμικό Πόρο της δεκαετίας του ‘20. Το έργο γνώρισε μεγάλη επιτυχία κι έκτοτε έχουν γίνει επανειλημμένες εκδόσεις, ενώ μεταφράστηκε στα Γαλλικά. Το 1978 μεταφέρθηκε επετυχημένα στη μικρή οθόνη (ΕΡΤ) από την Τόνια Μαρκετάκη με πρωταγωνιστές τους Γιάννη Ζαβραδινό και την Ελεωνόρα Σταθοπούλου.
Το 1934 εξέδωσε το μυθιστόρημα «Εκάτη», στο οποίο παρουσιάζεται με γλαφυρό τρόπο η επιθυμία ενός νέου άνδρα της αστικής τάξης να γνωρίσει τον απόλυτο έρωτα. Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε στην τηλεόραση (ΕΡΤ) το 1979 από τον Παύλο Φιλίππου με πρωταγωνιστή τον Γιώργο Μούτσιο.
Το 1939 κυκλοφόρησε το τρίτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Eroica», με πρωταγωνιστές μία παρέα παιδιών σε μία ακαθόριστη πόλη στις αρχές του αιώνα και εξιστορεί τις περιπέτειές τους μέσα σε πενήντα ημέρες που συμπυκνώνουν μια ολόκληρη ζωή. Την ίδια χρονιά τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, το 1960 μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Μιχάλη Κακογιάννη και το 1999 στη μικρή οθόνη (ΕΡΤ) από το Πάνο Κοκκινόπουλο.
Με τις νουβέλες «Ελεονώρα» (1935) και «Μαρίνα» (1939) κλείνει η πρώτη περίοδος της συγγραφικής του δημιουργίας. Στα επόμενα έργα του θα εγκαταλείψει τα θέματα και το περιβάλλον της ζωής των αστών, με τις ψυχογραφικές αναλύσεις του ερωτικού πάθους και τη μελοδραματική πλοκή, καθώς και το ονειρικό-ρομαντικό ύφος του ιδεαλιστή, για να στραφεί σ’ έναν ρεαλισμό σαφέστερα κοινωνικό. Πρόκειται για ουσιαστική τομή, για ριζική μεταστροφή τού συγγραφέα, τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στο ύφος, την οποία οριοθετούν, χρονικά και ιδεολογικά, τα οδυνηρά βιώματά του από την Κατοχή, η εθνική τραγωδία και τα δεινά του λαού και η θετική τοποθέτησή του απέναντι στην Εθνική Αντίσταση και τις σοσιαλιστικές ιδέες. Από το 1944 ήταν για ένα διάστημα μέλος του ΚΚΕ και το 1951 ήταν υποψήφιος βουλευτής της ΕΔΑ στο νομό Αχαΐας.
Το πρώτο μυθιστόρημα της δεύτερης περιόδου είναι «Το Γυρί» (1945), που διαδραματίζεται στον ομώνυμο οικισμό της Πάτρας την περίοδο του Μεσοπολέμου, με «ήρωες» τα παιδιά ενός ορφανοτροφείου, θύματα της Μικρασιατικής Καταστροφής και πλαίσιο του μύθου οικογενειακά δράματα και τα βάσανα και πάθη των ανθρώπων του λαού, που δεν αποβλέπουν παρά σε κάποια φυγή προς κάποιο ακαθόριστο προσωπικό όνειρο. Ωστόσο, ο ρεαλισμός του μυθιστορήματος αυτού συνδυάζεται με τον λυρισμό και την ποίηση της «Eroica».
Το 1957 εξέδωσε το θεατρικό έργο «Κωνσταντίνος ο Μέγας» και δύο χρόνια αργότερα συγκέντρωσε σ’ ένα τόμο με τίτλο «Η Κορομηλιά» τις νουβέλες και τα διηγήματά του. Η συλλογή τιμήθηκε με το Α’ Κρατικό Βραβείο Διηγήματος το 1960. Με το Α’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος τιμήθηκε το 1964 το θεωρούμενο από πολλούς ως το ωριμότερο τεχνικά έργο του «Στου Χατζηφράγκου». Το έργο εκτυλίσσεται στη Σμύρνη πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή, όπου ο συγγραφέας επιστρέφει θεματικά στην πηγή των παιδικών και νεανικών βιωμάτων του, αναπλάθοντας το τραγικό σε επικολυρική τοιχογραφία που κορυφώνεται με τον εμπρησμό της Σμύρνης.
Το 1961 έγινε επίτιμο μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Είχε προηγηθεί η άρνηση της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών να τον δεχτεί στις τάξεις της, λόγω της άρνησής του να υπογράψει δήλωση μετανοίας για την αριστερή του δράση. Στις 21 Απριλίου 1967, ανήμερα του πραξικοπήματος των Συνταγματαρχών, πέθανε η σύζυγός του, την ίδια ώρα που επίκειτο η δική του σύλληψη. Τελικά συνελήφθη μετά την κηδεία της Κλάρας και παρέμεινε επί δεκαήμερο κρατούμενος στο αστυνομικό τμήμα Ψυχικού.
Με πολλά προβλήματα υγείας τα επόμενα χρόνια, ο Κοσμάς Πολίτης άφησε την τελευταία του πνοή στις 23 Φεβρουαρίου 1974 στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» της Αθήνας. Τον επόμενο χρόνο εκδόθηκε το ημιτελές μυθιστόρημά του «Τέρμα», σε φιλολογική επιμέλεια Νίκου-Γαβριήλ Πεντζίκη.