Έχεις ξυπνήσει σε ένα άγνωστο μέρος, χωρίς να έχεις ιδέα πως βρέθηκες εκεί. Τα ρούχα σου είναι βρώμικα, πόνος διακατέχει το κορμί σου, ενώ στα χέρια σου νιώθεις ξεραμένο αίμα που δεν είναι δικό σου. Μέσα στο σκοτάδι, η μυρωδιά μούχλας και δυσωδίας ξυπνούν δυσοίωνες σκέψεις στο μυαλό σου, ενώ έχεις την αίσθηση πως κάποιος σε παρακολουθεί. Με τρόμο διαπιστώνεις πως ο εφιάλτης είναι πραγματικός, κάτι υπάρχει εκεί, κάτι παραμονεύει που δεν είναι ανθρώπινο, το απόκοσμο ουρλιαχτό του κόβει σαν μαχαίρι την βαριά ατμόσφαιρα, φέρνοντας στο νου σου φρικιαστικά πλάσματα που έχεις διαβάσει σε βιβλία του Lovecraft. «Χάνω το μυαλό μου;», «μήπως ονειρεύομαι;», σκέφτεσαι καθώς το μυαλό σου απεγνωσμένα προσπαθεί ν’ αγκιστρωθεί στη λογική. Τη σκέψη σου διακόπτει το άκουσμα του αέρα καθώς το πλάσμα έχει σηκωθεί στα δυο του πόδια εισπνέοντας δυνατά περικειμένου να εντοπίσει τη μυρωδιά σου.
Κρατάς της αναπνοή σου, τώρα ξέρεις πως είναι αληθινό, το τερατόμορφο αυτό πλάσμα είναι μόλις λίγα εκατοστά μακριά σου, ξέρει ότι είσαι εκεί, μυρίζει τον φόβο σου και θα σε βρει. Δεν έχεις τίποτα πάνω σου να αμυνθείς, το πυκνό σκοτάδι δε σε αφήνει να δεις αν υπάρχει κάτι γύρω σου ή έστω μια διαφυγή εξόδου για να τρέξεις μακριά. Τα πλοκάμια της παράνοιας σφίγγουν γύρω απ’ το λαιμό σου, δεν μπορείς να πάρεις ανάσα, δεν μπορείς να δεις, δεν μπορείς να τρέξεις, «είναι αυτές οι τελευταίες μου στιγμές;», σκέφτεσαι καθώς σου έρχονται εικόνες του πλάσματος να ξεσκίζει τα σώθηκα σου. Παρ’ όλ’ αυτά, σκύβεις, σέρνεσαι στο σκοτάδι προσπαθώντας να σταματήσεις τον φόβο σου να αυξηθεί κι’ άλλο, πρέπει να σιωπήσεις αυτό που ουρλιάζει μέσα στο κεφάλι σου, προσπαθώντας να αναρριχηθεί στην επιφάνεια. Ξέρεις πως αν τα καταφέρει, θα είναι ανελέητο, περισσότερο τρομακτικό και πιο φρικιαστικό από το τέρας που σε καταδιώκει. Ποιο τέρας θα πολεμήσεις πρώτο; Ποια μάχη αξίζει να κερδίζεις; Ποιο τέρας είναι το πραγματικό;
Κάπως έτσι λίγο πολύ είναι η εμπειρία που προσφέρουν τα παιχνίδια της σειράς Amnesia. Κατά καιρούς η αλήθεια είναι ότι έχουμε παίξει αρκετά παιχνίδια τρόμου που η επιβίωση υπερισχύει της δράσης, όπως και παιχνίδια τρόμου που θέλουν να παίξουν με το μυαλό σου, είτε μέσα από την αφήγηση, είτε μέσω των gameplay μηχανισμών τους, είτε και με τα δυο. Άλλα το έχουν πετύχει, άλλα όχι. Στο θέατρο, τα φώτα χρησιμοποιούνται για να κάνουν το κοινό να επικεντρωθεί σε μια συγκεκριμένη σκηνή ή χαρακτήρα. Τα παιχνίδια έχουν κι αυτά υιοθετήσει το ίδιο τρικ, προσπαθώντας ωστόσο να ρίξουν φως στο κυριαρχημένο από άγχος μυαλό του παίκτη. Κι εδώ ακριβώς είναι που διαφέρουν τα παιχνίδια της Frictional Games από τα υπόλοιπα.
Οι δημιουργοί έχουν μελετήσει εις βάθος τους horror fans και το τι αναζητούν από ένα παιχνίδι του είδους. Τα jump scares είναι πια τόσο ξεπερασμένα, που ενώ μπορεί να τρομάξουν εκείνη τη στιγμή, στο τέλος δεν προσφέρουν η αλήθεια είναι κάτι αξιομνημόνευτο, αν δε τα δένει ένα αξιοπρεπές σενάριο, σε συνδυασμό φυσικά με τον ανάλογο ήχο και ατμόσφαιρα. Το στούντιο ξέρει πως να αφήσει ελεύθερους του παίκτες να ανακαλύψουν το άγνωστο, εξισορροπώντας τη συγγραφή με την εμπειρία. Είναι άλλωστε από τους λόγους που τα Amnesia: The Dark Descent και SOMA ξεχώρισαν από το πλήθος και συνεχίζουν να μνημονεύονται από τους horror fans έως σήμερα, γιατί τα πάντα στα παιχνίδια τους είναι έτσι σχεδιασμένα, ώστε να εξυπηρετούν μια ιστορία που αφήνει τον εγκέφαλο να περιμένει συνεχώς τα χειρότερα, αλλά να βιώνει κάτι ακόμα πιο χειρότερο από αυτό που έχει φανταστεί.
Η Frictional Games, μετά την «εργολαβία» του A Machine for Pigs που είχε αναλάβει η The Chinese Room, επιστρέφει 10 χρόνια μετά με το Amnesia: Rebirth, για να μας μεταφέρει σε νέα επίπεδα τρόμου και παράνοιας, παίζοντας με το μυαλό μας σε μια πιο προσωπική αυτή τη φορά ιστορία. Θα καταφέρει άραγε να «αναγεννηθεί»;
Η ιστορία του παιχνιδιού περιστρέφεται γύρω από την Tasi Trianon, μια μηχανικό από το Παρίσι, η οποία ταξιδεύει το 1937 αεροπορικώς με τον σύζυγο και τους συνεργάτες της. Το αεροπλάνο χαλάει και πέφτει στην έρημο της Αλγερίας. Ξυπνώντας τραυματισμένη διαπιστώνει πως είναι μόνη της στα συντρίμμια, χωρίς να έχει καμιά ανάμνηση τι ακριβώς έχει συμβεί και που είναι οι υπόλοιποι. Ανακαλύπτοντας, ωστόσο, κάποια αντικείμενα και έγραφα, αρχίζει να αντιλαμβάνεται πως έχει περάσει αρκετός χρόνος από την συντριβή και έχουν προηγηθεί γεγονότα, για το οποία δε θυμάται τίποτα. Ο μόνος τρόπος πλέον να επιβιώσει στην αφόρητη ζέστη της ερήμου, είναι να βρει τα ίχνη των συντρόφων της, ταιριάζοντας τα θρυμματισμένα κομμάτια του παρελθόντος, τα οποία θα την οδηγήσουν σε ένα ταξίδι απύθμενου τρόμου και παράνοιας, που θα επιχειρήσει να καταβροχθίσει το μυαλό της. Σα να μην έφτανε αυτό, η Tasi φαίνεται να πάσχει από ένα είδος ψυχικής ασθένειας που για να μην υποτροπιάσει θα πρέπει να χαλιναγωγήσει τον φόβο και το άγχος της.
Δυστυχώς, δε μπορώ να επεκταθώ παραπάνω στην ιστορία χωρίς spoilers, οπότε καλό θα ήταν να ανακαλύψετε μόνοι σας τις φρίκες που κρύβει το παιχνίδι. Το σίγουρο είναι πως αφορά ένα πιο προσωπικό ταξίδι, το οποίο για ακόμα μια φορά δημιουργεί μια immersive ιστορία με αρκετές σκληρές εικόνες, σκηνικά, ατμόσφαιρα και καταστάσεις, που αν μη τι άλλο θα αποζημιώσουν τους horror fans. Εκτός από τις αντίξοες συνθήκες του περιβάλλοντος και τον μεγαλύτερο αριθμό βδελυγμάτων που θα συναντήσετε σε σχέση με το παρελθόν, το παιχνίδι σας καλεί να δώσετε μάχη με τον πόνο, τους φόβους της πρωταγωνίστριας, την ελπίδα και τη μεταμέλεια. Πρόκειται για αισθήματα που ίσως καθρεπτίσουν τους δικούς σας φόβους. Μπορεί προσωπικά να μη κατάφερα να συνδεθώ όσοι περίμενα με την πρωταγωνίστρια, όμως εκτίμησα δεόντως την αφήγηση, γιατί το στούντιο προσπάθησε μέσω αυτής να φτιάξει ένα καλό horror παιχνίδι και όχι ένα horror παιχνίδι με μια απλά καλή ιστορία. Το Rebirth ξεκινά αμέσως με το οδυνηρό και οικείο συναίσθημα της απώλειας και εμβαθύνει, παντρεύοντας με έξοχο τρόπο την θλίψη και την μακρά προσπάθεια της Tasi να ανταπεξέλθει, με τον κοσμικό τρόμο.
Όσοι έχετε παίξει στο παρελθόν το SOMA θα βρείτε αρκετές ομοιότητες στον τρόπο με τον οποίο οι δημιουργοί αρέσκονται να εξερευνούν τα βάθη της ανθρώπινης άρνησης, καθώς και το γεγονός πως το να είσαι ζωντανός, σημαίνει ότι πρέπει να απομακρύνεις ή να καταστείλεις ενοχλητικές σκέψεις που έχουν να κάνουν με την ίδια τη φύση της ύπαρξης. Αυτή τη φορά οι δημιουργοί κατάφεραν να ανεβάσουν τον πήχη με έναν τρόπο όμως που δεν μπορώ να αποκαλύψω, αλλά έχουμε δει σε όλα τα καλά παιχνίδια και ταινίες να συμβαίνει. Θα καταλάβετε τι εννοώ, όταν φτάσετε περίπου στη μέση του παιχνιδιού. Είναι μια προσθήκη που έχει τριπλό χαρακτήρα, καθώς ανατρέπει το σενάριο, βάζει περισσότερα πράγματα στο πιάτο του παίκτη, ωθώντας τον να παίξει πιο προσεκτικά απ’ ότι στην αρχή και διαμορφώνει ανάλογα με τις πράξεις και το gameplay του, τις επιλογές στο φινάλε.
Μη βλέπετε ωστόσο την έρημο με τον λαμπερό ήλιο να καίει κι έχετε την εντύπωση πως το παιχνίδι είναι φωτεινό. Να περιμένετε αρκετή μαυρίλα και κλειστοφοβικούς χώρους, σκοτεινές σπηλιές, αλλά και περιβάλλοντα γεμάτα τέρατα και αλλόκοτα ερείπια πάνω και κάτω από τη γη που ταιριάζουν μόνο με περιγραφές σε βιβλία του Lovecraft. Ότι κι αν νομίζετε ότι ξέρετε, πραγματικά δεν έχετε ιδέα που θα σας βγάλει αυτό το ταξίδι, κι από πόσα πλάσματα θα πρέπει να ξεφύγετε ή σε τι μέρη θα περιηγηθείτε.
Όσον αφορά το gameplay, η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Η Frictional επέλεξε να κινηθεί στα ίδια γνώριμα μονοπάτια, χωρίς να επαναστατεί σε κάποιο τομέα. Οι παίκτες και πάλι εφόσον δεν έχουν τίποτα στην κατοχή τους για να αμυνθούν, θα πρέπει πολύ απλά να παίξουν stealth ή αν είναι αρκετά γενναίοι, να… βάλουν τα πόδια τους στην πλάτη. Το concept της παράνοιας, κατά το οποίο στα προηγούμενα παιχνίδια ο χαρακτήρας έχανε την ψυχραιμία και τα λογικά του αν έμενε για πολύ ώρα στο σκοτάδι, βλέποντας παράξενα οράματα, δίνει και πάλι το παρόν, προσεγγίζοντάς το με το παραλήρημα του φόβου που προκαλείται από την αρρώστια της νέας πρωταγωνίστριας. Αν, δηλαδή, μείνετε για πολύ ώρα σε κάποιο σκοτεινό σημείο, δείτε ή ακούσετε κάτι που θα σας τρομάξει ή κάποιος εχθρός είναι κοντά σας, θα αρχίσετε να βλέπετε παράξενες εικόνες και οράματα, τα οποία εμφανίζονται ως jump scares στην οθόνη σας.
Μπορεί να μην έχουν καμιά σοβαρή επίπτωση στην υγεία σας (αφού ουσιαστικά δεν χάνετε ποτέ), σίγουρα όμως θα δυσκολέψουν την περιήγησή σας στο χώρο και θα μετατρέψουν το τυχόν κυνηγητό σε κόλαση. Και ναι, αυτή τη φορά υπάρχει περισσότερο κυνηγητό και μάλιστα με περισσότερες από μια οντότητες, που θα προσπεράσουν εμπόδια και θα σπάσουν πόρτες προκειμένου να σας βρούνε. Ο μόνος τρόπος για να επανέρθετε στα συγκαλά σας, είναι να βρείτε μια πηγή φωτός ή να φτάσετε σε έναν ασφαλή χώρο. Αυτές οι πηγές φωτός έχουν να κάνουν ξανά με σπίρτα και δάδες που θα βρείτε διάσπαρτα, καθώς και με την λάμπα που χρησιμοποιεί ως καύσιμο το ειδικό λάδι. Ναι, καλά μαντέψατε, τα σπίρτα και το λάδι, όπως θα περίμενε κανείς άλλωστε, είναι περιορισμένα σε αριθμό και η χρήση τους πρέπει να γίνεται με σύνεση. Προσωπικά να πω την αλήθεια δεν ξέμεινα ποτέ και πιστεύω πως όσοι είναι παλιοί λάτρες των survival horror που έχουν την νοοτροπία του «φύλα το για μετά», δεν θα αντιμετωπίσουν κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα.
Τα πλάσματα αν δεν σου πεταχτούν από κάπου ξαφνικά, συνήθως έχουν προβλεπόμενη συμπεριφορά. Δεν ακολουθούν βέβαια κάποιο μοτίβο διαδρομής, όπως στα περισσότερα stealth παιχνίδια, όμως αν έχεις το χρόνο (και την ψυχραιμία) να τα παρατηρήσεις, μπορείς σχετικά εύκολα να τη βγάλεις καθαρή. Συνήθως αντιδρούν στο φως και στον θόρυβο. Οπότε, αν δεν ανάψετε κάποια πηγή φωτός κοντά τους, πηγαίνετε σκυφτά και δεν κλοτσήσετε-σπάσετε κάποιο αντικείμενο κατά λάθος, δεν θα έχετε πρόβλημα να τα προσπεράσετε. Τώρα, όταν βρεθείτε σε ένα μικρό θεοσκότεινο δωμάτιο με 20 τέτοια τέρατα να βρίσκονται στους τοίχους, στο πάτωμα και στο ταβάνι, χωρίς να ξεχωρίζετε τι είναι αληθινό εξαιτίας των οραμάτων που θα βλέπετε, καθώς ο φόβος της Tasi έχει χτυπήσει κόκκινο, υπάρχει σαφώς και κάτι ακόμα που μπορείτε να κάνετε. Προσευχή!
Να επισημάνω σε αυτό το σημείο πως η AI των τεράτων μπορεί να μην είναι η πιο έξυπνη που έχω συναντήσει ποτέ, όμως κάποια από αυτά έχουν αρκετή νοημοσύνη ώστε να σας σβήνουν τυχόν πηγές φωτός που έχετε ανάψει. Ειδικά σε ένα σημείο του παιχνιδιού που χρειάστηκε να ανάβω κεριά και δάδες προκειμένου να σημαδέψω από πιο σημείο έχω περάσει, με μπέρδεψε αρκετά να προσανατολιστώ, μέχρι να διαπιστώσω ότι κάποιο τέρας με ακολουθούσε και τα έσβηνε! Επιπλέον, η Tasi μέσω ενός τεχνουργήματος που ανακαλύπτει, έχει τη δυνατότητα να ανοίγει portals σε συγκεκριμένα σημεία που αντιδρούν με τη συσκευή. Υπάρχει ωστόσο ακόμα ένας σημαντικός μηχανισμός που σας αποτρέπει να βυθιστείτε στη παράνοια, για τον οποίο όμως δεν μπορώ να μιλήσω, καθώς αποτελεί μέγα spoiler ως προς την ιστορία. Θα τον συναντήσετε, όπως ανέφερα και παραπάνω, στη μέση περίπου του παιχνιδιού. Ομολογώ πως λίγα παιχνίδια τρόμου έχουν σκεφτεί να ενσωματώσουν κάτι τόσο έξυπνα που να δένει με αριστοτεχνικό τρόπο το σενάριο με το gameplay.
Οι γρίφοι δίνουν κι αυτοί το παρόν. Κυρίως έχουν να κάνουν με περιβαλλοντικά puzzles του τύπου να βρείτε τη σωστή σειρά ή να εντοπίσετε και να ταιριάξετε αντικείμενα, συνδυάζοντάς τα μεταξύ τους. Κάποιοι η αλήθεια είναι πως ήταν ιδιαίτερα απαιτητικοί και δοκίμασαν αρκετά τις αντοχές μου, πράγμα που οφείλεται στο ίδιο το παιχνίδι, το οποίο αρνείται πεισματικά να προσφέρει κάποιου είδους βοήθειας στον παίκτη ή κάποιον έστω χάρτη που θα τον διευκολύνει στον προσανατολισμό του. Ουσιαστικά, δεν υπάρχουν καν οι παραδοσιακές αποστολές. Σου λέει για παράδειγμα ότι πρέπει να βρεις διαφυγή, αφήνοντάς σε να βρεις μόνος σου τον τρόπο κι από που. Βέβαια, όλα αυτά είναι αναμενόμενα σε κάποιον που έχει παίξει παλαιότερα παιχνίδια του στούντιο. Δεν θα κρύψω ότι δεν με εκνεύρισε αυτό, όμως υπήρχαν αρκετές στιγμές σε αυτές τις 15 περίπου ώρες που μου πήρε να δω τίτλους τέλους, που τις χάρηκα, νιώθοντάς τες πραγματικά σαν επίτευγμα.
Τα γραφικά του Rebirth δεν μπορώ να πω ότι είναι τα ομορφότερα που έχω δει ποτέ, σίγουρα όμως είναι αρκετά πιο προσεγμένα από τα προηγούμενα και αναμφισβήτητα ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει η σειρά. Οι φωτισμοί (όπου δεν επικρατεί το απόλυτο σκότος), κάνουν εξαιρετικά τη δουλειά τους, συνεισφέροντας στην απαιτούμενη ατμόσφαιρα και στην έξαψη της φαντασίας που παράγει το μυαλό μεταξύ φωτός και σκιάς.
Εκεί όμως που το Rebirth δίνει ρέστα είναι στον ήχο. Οι ήχοι (αλλά και η ησυχία) που χρησιμοποιεί το παιχνίδι είναι τρομακτικά καλά επεξεργασμένοι και έχουν τοποθετηθεί σε σημεία τέτοια που καταφέρνουν να κρατήσουν τα επίπεδα άγχους σε υψηλά επίπεδα και τους παίκτες όταν χρειάζεται στην άκρη του καναπέ τους. Επίσης, εξαιρετική δουλειά έχει γίνει και στην απόδοση των φωνών, δίνοντας το απαιτούμενο συναισθηματικό βάρος με εξαιρετικό τρόπο στις σκηνές που επιβάλλεται. Τεχνικά δεν αντιμετώπισα κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα, εκτός από μετρημένα στα δάχτυλα glitches κι ένα bug σε κάποιον γρίφο που με ένα απλό reload λύθηκε άμεσα.