Μόλις ένας στους δύο εργαζόμενους στην Ελλάδα έχει προσόντα που απαιτεί η σύγχρονη αγορά εργασίας, σύμφωνα με έρευνα της ελεγκτικής εταιρείας ΕΥ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και της Endeavor Greece.
Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι αποκαρδιωτικά για τους νέους που παίρνουν πτυχία σε σχολές, οι οποίες δεν έχουν καμία ζήτηση στην Ελλάδα.
Το 13% των φοιτητών σπουδάζει ανθρωπιστικές επιστήμες, το 12% επιστήμες εκπαίδευσης, ενώ μόλις το 4% φοιτά σε σχολές πληροφορικής, παρά το γεγονός ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση. Στον καιρό της κρίσης, οι φοιτητές της Αρχιτεκτονικής έχουν αυξηθεί κατά 20%, όταν η οικοδομική δραστηριότητα στην Ελλάδα έχει κυριολεκτικά καταρρεύσει.
Η έρευνα εντοπίζει ευθύνες και στις επιχειρήσεις καθώς αναζητούν εργαζόμενους με εμπειρία, αλλά με πολύ χαμηλές αμοιβές, ενώ δεν επενδύουν καθόλου στην κατάρτιση του προσωπικού.
Συγκεκριμένα, το 87% των διαθέσιμων θέσεων εργασίας απαιτούν τουλάχιστον δύο χρόνια πρακτικής εμπειρίας, όταν το 75% των νέων δεν έχει συμμετάσχει ποτέ σε πρακτική άσκηση.
Είναι ενδεικτικό ότι 86% των νέων ελληνικών επιχειρήσεων εξακολουθεί να μην εστιάζει σε παραγωγικούς και εξωστρεφείς τομείς. Αντίθετα, πρώτη επιλογή των νέων επιχειρηματιών παραμένει ο κατ’ εξοχήν εσωστρεφής κλάδος της εστίασης.
Οι τάσεις αυτές επιβεβαιώνονται και από τα στοιχεία της απασχόλησης κατά την περίοδο της κρίσης. Η μελέτη καταγράφει τους κλάδους που υπέστησαν τις μεγαλύτερες απώλειες θέσεων εργασίας, εκείνους που ανθίστανται στην κρίση και εκείνους που εξακολουθούν να αναπτύσσονται.
Ο κλάδος των κατασκευών, στον οποίο είχε στηριχτεί σε μεγάλο βαθμό η ανάπτυξη κατά την προηγούμενη δεκαετία, υπέστη το βαρύτερο πλήγμα χάνοντας το 63,7% των θέσεων εργασίας, ή πάνω από 255.000 εργαζομένους. Η μεταποίηση ήταν ο δεύτερος σε απώλειες βασικός κλάδος της οικονομίας έχοντας χάσει πάνω από μία στις τρεις θέσεις εργασίας, ή περισσότερα από 192.000 άτομα. Παράλληλα, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο παρότι παραμένει ο μεγαλύτερος εργοδότης συρρικνώθηκε κατά 20,8%, χάνοντας περισσότερες από 175.000 θέσεις εργασίας.
Μόνο πέντε κλάδοι κατέγραψαν αύξηση της απασχόλησης, οι διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες (22,5%), η εστίαση (10,1%), ο τουρισμός (10%) και η ναυτιλία (7,5%), χωρίς ωστόσο να καταφέρνουν να αντισταθμίσουν την καθίζηση της υπόλοιπης οικονομίας. Το υψηλότερο ποσοστό αύξησης (22,7%) σημείωσε ο μικρότερος σε απόλυτα μεγέθη κλάδος της ελληνικής οικονομίας, η πληροφορική, δημιουργώντας σχεδόν 5.000 νέες θέσεις εργασίας.