Η Ευρωπαϊκή Ένωση αργοπεθαίνει, με τους κατοίκους της, όχι μόνο να γερνούν, αλλά πλέον να συνωστίζονται κατά εκατομμύρια και στις ουρές των ανέργων, επειδή οι πολιτικές των Βρυξελλών αδυνατούν να υπηρετήσουν παρά μονάχα την υπεροχή και την ευημερία της Γερμανίας.
Οι αριθμοί της Eurostat προκαλούν… ίλιγγο. Περισσότεροι από 23 εκατ. Ευρωπαίοι πολίτες βρίσκονται αντιμέτωποι εν έτει 2017 με το φάσμα της ανεργίας σε ολόκληρη την Ευρώπη των 27, ενώ ένας στους δύο λογίζεται μακροχρόνια άνεργος.
Αν ανατρέξει κανείς στις ιστορικές πηγές των αρχών του 20ου αιώνα, θα διαπιστώσει πως η άνοδος του λαϊκισμού και δη των ακροδεξιών κομμάτων αποδίδεται – σε εξαιρετικά σημαντικό βαθμό – και στα υψηλά ποσοστά ανεργίας. Χώρες όπως, για παράδειγμα, η Γερμανία, που βγήκαν κατεστραμμένες μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914 – 1918), κλήθηκαν να πληρώσουν βαρύ τίμημα, το οποίο οδήγησε στην κατάρρευση των οικονομιών τους και στην ενδυνάμωση της έννοιας του Έθνους.
Κι ενώ η Ενωμένη Ευρώπη μετρά ήδη περίπου 60 χρόνια ζωής, πλέον το όραμά της δείχνει να κινδυνεύει από τους οικονομικούς πολέμους: Μνημόνια, ανεργία, φτώχεια κι εξαθλίωση εντείνουν το χάσμα Βορρά – Νότου, καθιστώντας επιβεβλημένη τη μετάβαση σε μια Ε.Ε., την οποία δεν θα επιθυμούσαν ούτε καν οι ίδιοι οι εμπνευστές της.
Μια Ευρώπη των 27 με πολλές ταχύτητες, γεμάτη από άτυπα διευθυντήρια τεχνοκρατών και ειδημόνων που δεν φροντίζουν παρά μονάχα για την ευημερία μίας και μόνο χώρας. Της ίδιας χώρας που βγήκε λαβωμένη από δύο Παγκόσμιους Πολέμους και μοιάζει πλέον να εκδικείται, στο όνομα του δήθεν δικαίου, τους πάντες και τα πάντα.
Σχέδια επί χάρτου…
Σε μια προσπάθεια να περιορίσει τη συνολική ζημιά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιχείρησε να λανσάρει το 2014 αυτό που πολλάκις έχει ακούσει ο ελληνικός ως μεγαλόστομη υπόσχεση από τα χείλη του Αλέξη Τσίπρα: Το Ευρωπαϊκό Σχέδιο Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI) ή αλλιώς «Σχέδιο Γιούνκερ».
Το πακέτο μέτρων για την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την καταπολέμηση της ανεργίας προϋπολογίστηκε αρχικά στα 315 δισ. ευρώ και μέσα σε ένα χρόνο, το 2015 διπλασιάστηκε στα 630 δισ. ευρώ.
Στην πραγματικότητα, όμως, το «Σχέδιο Γιούνκερ» δεν είναι τίποτε άλλο παρά… χαρτούρα. Και τούτο συνέβη επειδή, οι χώρες της Ευρωζώνης δεν έδωσαν ποτέ τα ποσά αυτά στην Κομισιόν διά των τακτικών εισφορών τους. Πόσα χρήματα υπάρχουν αυτή τη στιγμή για το EFSI; Μόλις 33,5 δισ. ευρώ. Το υπόλοιπο ποσό οφείλει να τοποθετηθεί από τον ιδιωτικό τομέα – από τις επιχειρήσεις οι οποίες, παρά τα μηδενικά επιτόκια δανεισμού τους, δεν είναι καθόλου πρόθυμες να επενδύσουν.
Κι ενώ η Επιτροπή επιμένει πως θα πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα επενδύσεις στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι οποίες μαστίζονται από την ύφεση και την ανεργία, η αλήθεια έρχεται να τη διαψεύσει. Η κατάσταση οδηγεί τα τελευταία χρόνια τις βιομηχανικές επενδύσεις λιγότερο στις χώρες φθηνού εργατικού δυναμικού και περισσότερο στα αναπτυγμένα βιομηχανικά κέντρα του Βορρά.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που πολλά επενδυτικά προγράμματα της ΕΕ, με σημαντικά χρηματικά ποσά, καταλήγουν στη Γερμανία και τους «δορυφόρους» της και όχι σε άλλες χώρες του Νότου.
Υπό το πρίσμα αυτό, η καταστροφική αποβιομηχανοποίηση που υπέστησαν χώρες όπως η Ελλάδα, αντί να θεραπεύεται, εντείνεται ολοένα και περισσότερο, γεγονός που συνεπάγεται ακόμη μεγαλύτερη απώλεια θέσεων εργασίας και συνεπώς νέα κύματα ανέργων.
Η οικονομική αστάθεια, η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού επενδύσεων, σε συνδυασμό με ένα άκρως τοξικό περιβάλλον που προκαλεί η υπέρμετρη φορολογία στο πλαίσιο των Μνημονίων, λειτουργούν απαγορευτικά για την έλευση της πραγματικής ανάπτυξης.
Tο σχέδιο του Βερολίνου
Με βάση τη στρατηγική αυτή, υλοποιείται το σχέδιο των Γερμανών για μία Ευρώπη δύο ταχυτήτων: Στην πρώτη ταχύτητα, η βιομηχανική παραγωγή, μαζί με την έρευνα, την ανάπτυξη και την τεχνολογία των επικοινωνιών, θα μονοπωληθεί από το Βορρά.
Στη δεύτερη ταχύτητα βρίσκονται οι χώρες του Νότου που λειτουργούν ως ο υποβαθμισμένος και φτωχός συγγενής της Ε.Ε.
Μπορεί αυτή η λογική συντηρεί τη μονοκρατορία των Γερμανών μέσα στην Ευρώπη των 27, εντούτοις δημιουργεί απίστευτες ασυμμετρίες και ανισότητες, οι οποίες, σε συνδυασμό με τη ρητορική για «επιστροφή στο κύτταρο του Έθνους» και τον λαϊκισμό, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στο τέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως τη γνωρίζουμε μέχρι τώρα.
Όπως εκτιμούν ειδικοί αναλυτές, η κατάρρευση της Ε.Ε. θα είναι παταγώδης, εάν οι Βρυξέλλες συνεχίσουν να κάνουν το – κατά Βερολίνο – αυτονόητο: Να βλέπουν το δέντρο αντί για το δάσος.