Hades Review – Με την σφραγίδα ποιότητας της Supergiant!

0
56

Ένα ακόμα run και το κλείνω…

Συνεχίζοντας το σερί επιτυχιών του πρωτοεμφανιζόμενου Bastion, της επιβεβαίωσης του Transistor και της τολμηρότητας του Pyre, η Supergiant επιστρέφει, πιστή στο ανά τριετία ραντεβού της, με το πιο μεγαλεπήβολο πόνημα της έως τώρα. Ο λόγος γίνεται, φυσικά, για το Hades.

Σε αυτό αναλαμβάνουμε τον ρόλο του Zagreus, ελληνιστί Ζαγρεύς ή Ζαγρέας, γιου του Άδη, σκοπός του οποίου είναι να αποδράσει από το βασίλειο του δεσποτικού πατέρα του ή να πεθάνει προσπαθώντας. Και θα πεθάνει, πολλές φορές. Αυτή η κεντρική ιδέα της συνεχής και μάταιης(;) προσπάθειας του ήρωα να απελευθερωθεί, διαμορφώνει και εξυπηρετεί την ραχοκοκαλιά του τίτλου, με την επανάληψη να αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό, όπως εξάλλου σε κάθε Roguelite. Στην πορεία του προς τον επίγειο κόσμο, ο ήρωάς μας θα συναντήσει και θα βοηθηθεί από σχεδόν σύσσωμο το αρχαιοελληνικό πάνθεο και λοιπές προσωπικότητες της μυθολογίας μας.

Εδώ εκδηλώνεται και ένα από τα στοιχεία που κάνουν τον τίτλο να ξεχωρίσει, ειδικά στην κατηγορία του, όπου η έμφαση στο σενάριο είναι συνήθως μηδαμινή, καθότι ο αριθμός των γραμμών διαλόγου που έχουν γραφτεί για κάθε αλληλεπίδραση πραγματικά εντυπωσιάζει. Η απόφαση της Supergiant να χρησιμοποιήσει έναν χαρακτήρα από τις παρυφές της μυθολογίας, όπως ο Ζαγρέας, έναντι κάποιου γνωστότερου, όπως για παράδειγμα ο Ηρακλής, κρίνεται ορθή, διότι μας επιτρέπει να συνδεθούμε περισσότερο μαζί του μιας. Εφόσον ο ίδιος είναι σχετικά άγνωστος, πρακτικά λειτουργεί ως “λευκό χαρτί” για τους περισσότερους. Παράλληλα, η επιλογή της συγκεκριμένης εκ των δύο επικρατέστερων εκδοχών περί της πατρότητας του, ίσως μας κλείνει το μάτι για ένα ενδεχόμενο sequel.

Συνεχίζοντας, ο κορμός του gameplay βασίζεται στο γνώριμο hack ‘n slash σύστημα του mid/high hit, dash και projectile. Αρχικά έχετε ως έγνοια να αναβαθμίσετε τα μόνιμα upgrades του Zagreus, όπως η μπάρα ζωής που κάνουν τα runs και την επιβίωσή σας πιο εύκολη. Ξεκινάτε κάθε run καλούμενοι να επιλέξετε ένα από τα συνολικά έξι διαθέσιμα όπλα που μπορείτε να ξεκλειδώσετε, το καθένα με τέσσερα εναλλακτικά modes, καθώς και ένα από τα περίπου είκοσι boosts-δώρα που δίνουν οι NPCs. Στην πορεία κάθε run, όμως, αποκαλύπτεται σιγά-σιγά το πόσο βαθύ είναι το σύστημα των builds. Κάθε ένα από τα dungeons του παιχνιδιού μας επιβραβεύει είτε με currency είτε με κάποιο upgrade για το όπλο ή ένα spell από τα δεκάδες που διαθέτουν οι επίσης δεκάδες χαρακτήρες που μας βοηθούν.

Αυτή η πολυπληθία από συνιστάμενες είναι που κάνει και το Hades να αναδειχθεί από το σωρό, με κάθε run να δύναται να νιώθει εντελώς διαφορετικό από το προηγούμενο, λόγω του ότι είναι σχεδόν απίθανο να πετύχουμε ένα πανομοιότυπο build και την φύση κάθε run να αλλάζει ριζικά, αναλόγως του τι όπλο θα επιλέξουμε. Ένα build βασισμένο σε melee “παίζει” εντελώς διαφορετικά από ένα αντίστοιχο projectile, ενώ υπάρχουν μέχρι και builds που βασίζονται στην εξολοκλήρου χρήση του dash.

Ένα επιτυχημένο run διαρκεί περίπου 45 λεπτά, με τον χάρτη του παιχνιδιού να σχηματίζεται από τέσσερις περιοχές, χωρισμένες σε επιμέρους μικρά dungeons, τα οποία είναι διακλαδωτά και εναλλάσσονται κάθε φορά. Αν και η σχετικά μικρή έκταση του χάρτη ενδέχεται να ξενίσει, ειδικά μετά από πολλές ολοκληρωμένες προσπάθειες, τελικά ενισχύει τον εθισμό. Τα μικρά dungeons καθιστούν την εμπειρία πιο ξεκούραστη και η ανάπαυλα στο σπίτι του Άδη με το πέρας κάθε προσπάθειας, μάς ωθούν να θέλουμε να προσπαθήσουμε ξανά ακόμα και μετά το true ending. Ουσιαστικά, η Supergiant δείχνει να βρήκε την χρυσή τομή στο αιώνιο ερώτημα του «τώρα διασκεδάζω ή καίγομαι» που προκύπτει μετά από αμέτρητες ώρες ενασχόλησης με παρόμοιους Roguelite και Action RPG τίτλους.

Αυτό το κατάφερε δίνοντάς μας παράλληλα πολλούς στόχους που μπορούμε να ολοκληρώσουμε. Για παράδειγμα, ένα run που έχει ως εφαλτήριο το να ανακαλύψουμε κάποιο εξεζητημένο upgrade, μπορεί συγχρόνως να συνεισφέρει στην πρόοδο μερικών side quests που αφορούν την ιστορία και φυσικά να μας προσφέρει ένα ολοκαίνουργιο build, αποφεύγοντας έτσι την αίσθηση του ‘φαρμαρίσματος’. Σημαντικός παράγοντας σε αυτό είναι και ο δυναμικός και παραμετροποιήσιμος βαθμός δυσκολίας, όπου ακόμα και μετά το σημείο που το παιχνίδι παύει να είναι δύσκολο, συνεχίζει να μας υποχρεώνει να είμαστε προσεκτικοί. Επιπροσθέτως, τα bosses παρότι ολιγάριθμα, αναβαθμίζονται ώστε να μην παραμένουν σκιές του παλιού τους εαυτού.

Στα τεχνικά τώρα, η έκδοση του Switch τρέχει σχεδόν άψογα, εμφανίζοντας μόνο κάποιες αναμενόμενες πτώσεις στο framerate, όταν η οθόνη ‘μπουκώνει’ από εχθρούς και εφέ. Σε docked mode, το Hades είναι απολαυστικό, παρόλο που ενδείκνυται για φορητό gaming ελεώ της σύντομης διάρκειας των playthroughs. Ο οπτικοακουστικός τομέας κυμαίνεται στα υψηλά επίπεδα που μας έχει συνηθίσει η Supergiant. Η ισομετρική οπτική των Bastion και Transistor επιστρέφει και τα γραφικά του παιχνιδιού χαρακτηρίζονται από την έντονη χρωματική παλέτα.

Ειδική μνεία αξίζει ο σχεδιασμός των χαρακτήρων που εικάζω πως θα εμπνεύσει αρκετούς δημιουργούς fan art και cosplayers. Στα του ήχου, ο Darren Korb έχει συνθέσει ένα εξαιρετικό soundtrack σύγχρονης υφής, πλούσιο σε στοιχεία που θα μπορούσαν να ερμηνευτούν ως αρχαιοελληνικά(sic) που δυστυχώς χαντακώνεται διαρκώς από την δράση. Kαταφέρνει, πάραυτα, να αφήσει το στίγμα του στις πιο ήρεμες στιγμές, με αποκορύφωμα τους ύμνους του διδύμου Ορφέα/Ευρυδίκης, καθώς και το ερεβώδες θέμα της τελικής μάχης. Θετική εντύπωση προκαλεί και η απόδοση των voice actors κατά τους προαναφερθέντες (πολλούς!) διαλόγους.

Πηγή