Η αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ φέρνει επιπλέον έσοδα στις ελληνικές τράπεζες

0
55

Αύξηση των εσόδων από τόκους ύψους 1 – 1,2 δισ. ευρώ αναμένουν οι τράπεζες από την άνοδο των επιτοκίων κατά ακόμη 1% – 1.5% που προεξοφλείται έως τα τέλη του χρόνου.

Τα αυξημένα επιτοκιακά έσοδα αναμένεται να αποτυπωθούν ήδη από τα κέρδη του γ΄ τριμήνου, αρχής γενομένης δηλαδή από τον Ιούλιο οπότε και ανακοινώθηκε η πρώτη αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, αλλά θα κορυφωθούν από το δ΄ τρίμηνο, οπότε και θα ισχύσει η δεύτερη άνοδος των επιτοκίων, με βάση τις ανακοινώσεις του Σεπτεμβρίου που προεξοφλούν άνοδο κατά 0,50 ή ακόμη και 0,75 στα βασικά επιτόκια.
Ετσι, με έμφαση το 2023 τα επιτοκιακά έσοδα αναμένεται να εκτοξευθούν κατά 1,2 δισ. ευρώ και θα είναι αποτέλεσμα όχι μόνο της αύξησης των εσόδων από τα δάνεια, αλλά κυρίως της συγκράτησης των εξόδων στο σκέλος των καταθέσεων, που θα επωφεληθούν ελάχιστα από την άνοδο των επιτοκίων.

Στόχος των τραπεζών είναι να διατηρηθούν τα περιθώρια σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με το κόστος χρήματος και να μπορέσουν αφενός να πετύχουν τους στόχους για καθαρή πιστωτική επέκταση και επιστροφή στην κερδοφορία και αφετέρου να επιτευχθεί ο στόχος για τη χρηματοδότηση της οικονομίας και της ανάπτυξης.
Η αύξηση των καταθέσεων που αθροίζει τα 41,7 δισ. ευρώ από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι σήμερα, παρά το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης και την ύφεση που προκάλεσε στην οικονομία, έχει δημιουργήσει πλεονάζουσα ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα. Δίνει έτσι το αναγκαίο περιθώριο στις τράπεζες να απορροφήσουν ένα μέρος της αύξησης του κόστους χρήματος που πυροδότησε η άνοδος του πληθωρισμού, περιορίζοντας τα οφέλη της ανόδου των επιτοκίων για τους καταθέτες.

Εκτός από τις τράπεζες που βγαίνουν ωφελημένες από αυτόν τον μηχανισμό, τα κέρδη θα καρπωθούν και οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά που θα δανειστούν με χαμηλότερα spreads σε σχέση με αυτά που θα ίσχυαν εάν υπήρχε έλλειψη ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα και οι τράπεζες «στριμώχνονταν» για την προσέλκυση των καταθέσεων, όπως συνέβη κατά την περίοδο της προηγούμενης δεκαετούς κρίσης.

Η ανάληψη από την πλευρά των καταθετών του βάρους της πιστωτικής μεγέθυνσης ερμηνεύει και το γεγονός ότι τα περιθώρια (spreads) στις νέες χρηματοδοτήσεις παραμένουν χαμηλά τόσο στα επιχειρηματικά δάνεια όσο και στα δάνεια των νοικοκυριών και δη στα νέα στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου, τα επίπεδα των οποίων δεν συμβαδίζουν με την ά …
Διαβάστε όλο το άρθρο από την πηγή