Εχει περάσει περίπου ένας μήνας από την ημέρα που η Επιτροπή για την Διαδικτυακή Προσβολή της Πνευματικής Ιδιοκτησίας διέταξε τους παρόχους internet στην Ελλάδα να προχωρήσουν στην άμεση διακοπή πρόσβασης σε 38 domain names, ανάμεσα στα οποία και το ιδιαίτερα δημοφιλές παγκοσμίως The Pirate Bay, αλλά και τα πιο «local» gamato και τα παρακλάδια του.
Οπως κι έγινε, τουλάχιστον για την ώρα, σηματοδοτώντας μια πρώτη σημαντική κίνηση κατά της πειρατείας ταινιών, μουσικής και οπτικοακουστικών προϊόντων στη χώρα που μέχρι πρότινος ήταν το εντελώς ξέφραγο αμπέλι των torrents και του παράνομου κατεβάσματος.
Το Flix ρώτησε ανθρώπους της κινηματογραφικής αγοράς να μοιραστούν σκέψεις και απόψεις γύρω από αυτήν την κίνηση, την πειρατεία ως γενικότερο κοινωνικό φαινόμενο, τη σχέση της εν λόγω απόφασης με την κινηματογραφική διανομή και τα ολοένα «πεσμένα» εισιτήρια στους κινηματογράφους, αλλά και ακόμη περισσότερους τρόπους για να μην «κατεβαίνει» δωρεάν ό,τι πρέπει να έχει το αντίτιμό του.
Στο Flix μίλησαν οι κριτικοί κινηματογράφου Χρήστος Μήτσης και Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος, οι διανομείς Ειρήνη Σουγανίδου (Feelgood Entertainment) και Χρήστος Μπεχτσής (Seven Films), η δικηγόρος, ειδικευμένη σε θέματα πνευματικών δικαιωμάτων Χριστίνα Πηγάκη και ο δημοσιογράφος, ειδικευμένος σε θέματα τεχνολογίας Μιχάλης Τέγος.
ΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΣΩΣΤΟ ΒΗΜΑ (ΠΟΥ ΑΡΓΗΣΕ ΠΟΛΥ)
Ολοι συμφωνούν πως η απόφαση της Επιτροπής για την Διαδικτυακή Προσβολή της Πνευματικής Ιδιοκτησίας είναι σωστή. Ολοι συμφωνούν επίσης πως άργησε πολύ. Οι λόγοι είναι απλοί και εξαντλούνται στην πολιτική βούληση, στην αντιλαϊκότητα του μέτρου αλλά και στη γενικότερη αδιαφορία που δείχνει γενικά το ελληνικό κράτος στη όποια νομιμότητα.
Ο Μιχάλης Τέγος κάνει την ακτινογραφία της απόφασης:
«Θεωρώ πως ήταν θέμα χρόνου. Η απόφαση ακολουθεί τις τάσεις που παρατηρούμε διεθνώς στην αντιμετώπιση της πειρατείας. Το κραταιό Pirate Bay, που περιλαμβάνεται στη λίστα με τα μπλοκαρισμένα sites, έχει αποκλειστεί με παρόμοιο τρόπο σε πολλές άλλες χώρες εντός και εκτός Ευρώπης. Συνολικά, τουλάχιστον 42 χώρες έχουν εκδώσει παρόμοιες αποφάσεις που περιορίζουν την πρόσβαση σε sites με πειρατικό περιεχόμενο. Το σημαντικό στη συγκεκριμένη απόφαση είναι ότι α) πρόκειται για την πρώτη απόφαση της νεοσύστατης Επιτροπής και ως τέτοια, αποτελεί ένα δείγμα του τι να περιμένουμε στο μέλλον από αυτή και β) επιβεβαιώνει ότι ο νόμος τιμωρεί τους διαβιβαστές πειρατικού υλικού και όχι τους τελικούς χρήστες. Επίσης, επειδή έχουν ακουστεί πολλά για το ποιες πρέπει να είναι οι αρμοδιότητες και η δικαιοδοσία της Επιτροπής, πρέπει να σημειωθεί ότι οι αποφάσεις της μπορούν να προσβληθούν στο δικαστήριο – εφόσον, βέβαια, έχει κανείς τους πόρους και το χρόνο για κάτι τέτοιο.»
Την αντιλαϊκότητα του μέτρου αναλύει η Ειρήνη Σουγανίδου:
«Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου το να γίνεις “δυσάρεστος” στους ψηφοφόρους αποτελεί ταμπού, ήταν πάρα πολύ δύσκολο να περάσει ένα “αντιλαϊκό” μέτρο, που “στερούσε” από τον λαό την “δωρεάν” διασκέδαση. Oλοι οι φορείς (ΕΠΟΕ – Εταιρία Προστασίας Οπτικοακουστικών Εργων, ΕΔΙΚΤΕ – Ενωση Διανομέων Κινηματογραφικών Ταινιών Ελλάδας, κλπ) δώσαμε μεγάλο αγώνα για πολλά χρόνια, προκειμένου να πείσουμε για τα αυτονόητα, ότι δηλαδή κάποιοι που δεν είχαν επενδύσει ούτε ένα ευρώ για τις ταινίες αυτές, έβγαζαν χρήματα όχι μόνο σε βάρος όλων των νόμιμων δικαιούχων (παραγωγοί, καλλιτεχνικοί συντελεστές, διανομείς, αίθουσες, video clubs, τηλεοπτικοί σταθμοί κλπ), αλλά και σε βάρος όλων των Ελλήνων φορολογούμενων, αφού τα έσοδά τους δεν δηλώνονταν πουθενά. Παράλληλα, επειδή το δικό μας προϊόν είναι άυλο, δεν γινόταν εύκολα σαφές ότι πρόκειται για κανονική κλοπή και πως όπως δεν μπορείς να μπεις σε ένα κατάστημα και να πάρεις από το ράφι ένα προϊόν χωρίς να περάσεις από το ταμείο, έτσι ακριβώς δεν μπορείς να μπαίνεις στο διαδίκτυο και να κατεβάζεις ταινίες μέσω από παράνομα links.»
Το παράδειγμα της κλοπής προϊόντων εξηγεί πιο γλαφυρά ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος:
«Η υποκουλτούρα παρανομίας στο downloading έχει εξελιχθεί σε καθημερινή κανονικότητα για την πλειοψηφία, με τους νεότερους μάλιστα να εκπλήσσονται αν κάποιος τους επισημάνει πως δεν είναι δωρεάν τα αδέσποτα δωράκια στο διαδίκτυο. Αν περπατάς ένα βράδυ σε έναν έρημο δρόμο και δεις παρκαρισμένη μια ξεκλείδωτη Πόρσε με μισάνοιχτη την πόρτα, παρατηρήσεις πως τα κλειδιά είναι επάνω και δεν υπάρχει ψυχή για να σε καρφώσει, και απλώς μπεις μέσα, τη γλεντήσεις για μια γενναία βόλτα, και στη συνέχεια την παρκάρεις ακριβώς στο ίδιο σημείο, τι πιστεύεις πως μόλις έκανες; Τη δανείστηκες; Ή την έκλεψες; Η νομική πικρή αλήθεια, είναι πως την έκλεψες. Κάτι ανάλογο νομίζουν οι “κατεβαστές”, και το κενό στο συγκεκριμένο έλλειμμα παιδείας οφείλεται σε πολλούς, αλλά κυρίως πιστώνεται στους παρόχους, που τόσα χρόνια αντιστέκονται και σφυρίζουν κλέφτικα, κρύβονται πίσω από δικανικά παράθυρα, και θησαυρίζουν από τους “ανεβαστές”, μέσω των διαφημίσεων.»
O Χρήστος Μπεχτσής εντοπίζει το πρόβλημα της καθυστέρησης της επιβολής μιας τέτοιας απόφασης και στην αιώνια γραφειοκρατία:
«Το μέτρο άργησε γιατί όλοι οι υπόλοιποι νόμιμοι τρόποι που ως τώρα ήταν εφικτοί, σκόνταφταν στη δικαστική γραφειοκρατία και τη μεγάλη καθυστέρηση εκδίκασης των υποθέσεων, κάτι που ο νέος νόμος και η ίδρυση της ΕΔΠΠΙ αντιμετωπίζει άμεσα. Επίσης, θεωρώ ότι η διαφοροποίηση διανομής κινηματογραφικού περιεχομένου και η δυναμική είσοδος στο χώρο των εταιρειών παροχής τηλεφωνίας και ίντερνετ, μέσω των υπηρεσιών vod, διαμόρφωσαν ένα πιο βοηθητικό περιβάλλον σε σχέση με μερικά χρόνια πριν, καθώς το παράνομο downloading αποτέλεσε και γι’ αυτούς άμεση ανταγωνιστική και αθέμιτη δραστηριότητα.»
Ο Μιχάλης Τέγος βρίσκει τους πυλώνες της καθυστέρησης σε «κακώς εννοούμενα» της νοοτροπίας των χρηστών του διαδικτύου:
«Οι παλιότεροι θα θυμούνται τους ατελείωτους αγώνες κατά των Napster, Audio Galaxy, Kazaa, κλπ. και αργότερα το κλείσιμο του Megaupload. Το Pirate Bay, ειδικά, είχε γίνει αντίστροφο γεφύρι της Αρτας – απ’ το πρωί το γκρέμιζαν, το βράδυ εχτιζόταν. Οι λόγοι είναι πολλοί, αλλά προσωπικά βλέπω δύο κύριους πυλώνες: Πρώτον, το νομικό πλαίσιο δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά όλες τις περιπτώσεις που εμφανίζονταν χωρίς να προσβάλει προσωπικά δικαιώματα ή αρχές ελεύθερης διακίνησης της πληροφορίας. Εκεί σκόνταψε η τελευταία προσπάθεια της ΑΕΠΙ να πετύχει το κλείσιμο παρόμοιων sites το 2015, όταν το δικαστήριο απέρριψε το αίτημά της για ασφαλιστικά μέτρα κατά των παρόχων υπηρεσιών internet (τότε την είχε γλυτώσει, μεταξύ άλλων, και το Pirate Bay). Δεύτερον, όπως είδαμε στα social media μετά την πιο πρόσφατη απόφαση, είναι μια εξαιρετικά μη δημοφιλής ενέργεια – όχι μόνο επειδή ο κόσμος θέλει “τσάμπα πράγμα” (θέλει, βέβαια) αλλά και επειδή εμπλέκονται ερωτήματα περί ελευθερίας του διαδικτύου, διαδικτυακής ουδετερότητας, αρμοδιότητας ενός εξωδικαστικού σώματος πάνω σε τέτοια θέματα κλπ. Ο μηχανισμός “notice and takedown” που χρησιμοποιεί και η Επιτροπή έχει τα προβλήματά του, τα οποία πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα χρειαστεί να αντιμετωπιστούν στην πράξη – για παράδειγμα, τα λίγα και στενά περιθώρια αντιλόγου στον προσβαλλόμενο από μια τέτοια απόφαση. Το νομικό εμπόδιο ξεπεράστηκε μετά από περσινή απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το οποίο έκρινε ότι η διακίνηση υλικού μέσα από σελίδες όπως το Pirate Bay και η διαχείριση τέτοιων σελίδων όντως αποτελούν προσβολή των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών. Αυτό άνοιξε το δρόμο για αποφάσεις όπως αυτή της επιτροπής.»
O Χρήστος Μήτσης συνοψίζει με νόημα:
«Οι βασικοί λόγοι καθυστέρησης έχουν να κάνουν με τις πολιτικές προτεραιότητες, οι οποίες βρίσκονται έτη φωτός πριν την ψηφιακή εποχή, και το πολιτικό κόστος, το οποίο κανείς δεν θέλει να αναλάβει. Γιατί να δυσαρεστηθούν τόσες εκατοντάδες χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια ψηφοφόροι; Από την άλλη, το λόμπι της κινηματογραφικής αγοράς και του home entertainment δεν είχε προφανώς την ανάλογη δύναμη για να πιέσει καταλλήλως. Χωρίς την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις αμερικανικές παρεμβάσεις ο συγκεκριμένος νόμος θα ψηφιζόταν (και θα ετίθετο σε ισχύ) σε μια δυο δεκαετίες.»
«Χρειάστηκε χρόνια για να καταλάβουμε ότι οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια δεν είναι για να πετάμε τα σκουπίδια μας. Χρειάστηκε δεκαετίες και νόμους για να αποδεχτούμε τα δικαιώματα αυτών που δεν καπνίζουν κλπ. Ακόμα και αν όλα αυτά δεν άλλαξαν ικανοποιητικά, υπάρχει σημαντική βελτίωση. Eτσι και με την πειρατεία. Η αλλαγή στη συνήθεια τόσων ετών στο παράνομο κατέβασμα ταινίας θέλει αλλαγή κουλτούρας και αυτό απαιτεί εκπαίδευση στο σχολείο, στο σπίτι, στην κοινωνία γενικότερα.» – Χρήστος Μπεχτσής
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΕΙΡΑΤΕΙΑΣ (ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΞΕΡΑΜΕ)
Φυσικά και η εν λόγω απόφαση δεν είναι το τέλος της πειρατείας. Η διακοπή πρόσβασης σε ένα domain name δεν απαγορεύει στα μυαλά πίσω από αυτό να «μετακομίσουν» σε ένα άλλο, όπως, επίσης – για τους πιο μυημένους – υπάρχουν ήδη ελεύθερες πολλές διευθύνσεις από τις οποίες μπορεί κάποιος να κατεβάσει την ταινία ή τη σειρά που θέλει. Σημασία έχει, ωστόσο, πως σε μια μεγάλη μερίδα του κοινού, γίνεται αντιληπτό πως μέχρι σήμερα διέπραττε ένα… αδίκημα.
Η δικηγόρος Χριστίνα Πηγάκη εξηγεί:
«Το πρόβλημα είναι σε παγκόσμιο επίπεδο. Χαρακτηριστικό της λειτουργίας του διαδικτύου ότι πολλές ιστοσελίδες επανέρχονται με άλλο domain name. Η λειτουργία του συνόλου των ιστοσελίδων γίνεται από συγκεκριμένους διαμεσολαβητές – παρόχους και ακόμα και αν αλλάξουν πάροχο φιλοξενίας, με μια απλή ενέργεια ανεύρεσης IP στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, από έναν μέσο χρήστη, είναι εύκολο να εντοπιστεί ο νέος πάροχος φιλοξενίας. Η άρση της προσβολής πνευματικής ιδιοκτησίας είναι πρόσφορο να επιτευχθεί, και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο, με την απόσυρση των παράνομων ιστοσελίδων του υπό κρίση ιστότοπου ή/και διακοπή των υπηρεσιών φιλοξενίας από πλευράς του διαμεσολαβητή – παρόχου φιλοξενίας του εν λόγω ιστότοπου. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως έχει καταδείξει η παγκόσμια πρακτική (σχ. υπόθεση Pirate Bay), ακόμα και εάν διακοπεί η πρόσβαση στον εν λόγω ιστότοπο, η “μεταφορά” του ίδιου περιεχομένου σε καινούργιο ιστότοπο είναι ιδιαιτέρως ευχερής για τον ιδιοκτήτη, χωρίς μάλιστα να απαιτεί μεγάλο χρονικό διάστημα για την υλοποίησή της.»
Ο Μιχάλης Τέγος είναι, ωστόσο, απαισιόδοξος:
«Ναι! Η πειρατεία νικήθηκε! Οι δικαιούχοι είναι πλέον ασφαλείς, οι πειρατές θα κρεμάσουν τα ξύλινα ποδάρια τους και οι κινηματογραφικές αίθουσες και τα δισκοπωλεία θα γεμίσουν και πάλι! Εντάξει, λέμε και μια σαχλαμάρα να περάσει η ώρα. Δυστυχώς, το άλογο ξέφυγε από το στάβλο προ πολλού και είναι ανώφελο να υποκρινόμαστε διαφορετικά. Τα ποσοστά της πειρατείας παραμένουν σταθερά παγκοσμίως, ειδικά με την μαζική είσοδο αναπτυσσόμενων αγορών στο internet, κυρίως από την Ασία. Οπως έχει συμβεί και στο παρελθόν, για κάθε πηγή πειρατικού υλικού που κλείνει, θα εμφανιστεί κάποια άλλη – θα ξεκινήσει από κάποια στενά πλαίσια, θα περάσει ξανά στο mainstream, και θα ξεκινήσουμε πάλι από την αρχή. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι το μπλοκάρισμα συγκεκριμένων sites ξεπερνιέται με εργαλεία που είναι σχετικά εύκολα προσβάσιμα στο κοινό – ίσως όχι στο ευρύ κοινό αλλά με μια αναζήτηση στο Google, όλα γίνονται! Επανειλημμένα έχει αποδειχθεί ότι η πειρατεία δεν αντιμετωπίζεται με απαγορεύσεις και μπλοκάρισμα, αλλά με την εύκολη και οικονομική πρόσβαση του κοινού σε νόμιμο υλικό.»
Σχεδόν τόσο απαισιόδοξος είναι και ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος:
«Κατά κάποιο τρόπο η αδικία επανορθώνεται, αλλά η ζημιά δεν γυρίζει πίσω. Η διανομή και κατανάλωση του οπτικοακουστικού υλικού πολλαπλασιάστηκε, σκόρπισε, έκατσε αλλιώς. Και δεν είναι μόνο η εγκατεστημένη νοοτροπία, όσο η διαφορετική συνήθεια, που φέρνει τον κόσμο περισσότερο στο σπίτι, εξισώνοντας την κινηματογραφικού τύπου διασκέδαση με το σχεδόν τσάμπα (με άλλα λόγια πολύ φτηνό για τη μεγάλη ποσότητα που προσφέρει, όπως το Netflix). Οι καλλιτέχνες μπορεί να αισθάνονται πιο ανακουφισμένοι στην προοπτική της συμμετοχής τους στα κέρδη, αλλά εδώ και καιρό είναι απαξιωμένοι στα μάτια ενός μεγάλου κοινού που πιστεύει πως πλουτίζουν μια χαρά από τα live και τα παραδίπλα, αν μιλάμε για μουσικούς, ή τις διαφημίσεις, τα μεγάλα συμβόλαια, για τους ηθοποιούς. Αυτή είναι μια αγανακτισμένη λογική, όχι σωστή, αλλά είναι αυτή που είναι. Και λειτουργεί ξέχωρα από την πρακτική τής moviegoing συνήθειας που φθίνει.»
Η αδικία επανορθώνεται, αλλά η ζημιά δεν γυρίζει πίσω. Η διανομή και κατανάλωση του οπτικοακουστικού υλικού πολλαπλασιάστηκε, σκόρπισε, έκατσε αλλιώς. Και δεν είναι μόνο η εγκατεστημένη νοοτροπία, όσο η διαφορετική συνήθεια, που φέρνει τον κόσμο περισσότερο στο σπίτι, εξισώνοντας την κινηματογραφικού τύπου διασκέδαση με το σχεδόν τσάμπα (με άλλα λόγια πολύ φτηνό για τη μεγάλη ποσότητα που προσφέρει, όπως το Netflix).» – Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος
ΠΕΙΡΑΤΕΙΑ ΤΕΛΟΣ. ΖΗΤΩ ΤΑ ΣΙΝΕΜΑ;
Πόσο θα ωφεληθεί όμως η κινηματογραφική διανομή από τη συγκεκριμένη απόφαση; Θα είναι άμεσο αποτέλεσμα της κατάργησης των συγκεκριμένων sites η άνοδος των εισιτηρίων στις ελληνικές αίθουσες που φέτος έπεσαν ακόμη περισσότερο κι από πέρσι αλλά και η επιστροφή του μέσου θεατή στη διασκέδαση του «πάω σινεμά»;
Ο Χρήστος Μπεχτσής τονίζει πως τα οφέλη θα είναι μακροπρόθεσμα:
«Χρειάζεται χρόνος γι’ αυτό. Ενας σημαντικός τζίρος θα επιστρέψει στα νόμιμα κανάλια, το σινεμά και τα εναπομείναντα βίντεο κλαμπ και περισσότερο στις εθνικές και διεθνείς πλατφόρμες διανομής περιεχομένου, αλλά όχι άμεσα.»
Ο Μιχάλης Τέγος δεν βρίσκει άμεση τη σύνδεση ανάμεσα στην κατάργηση πειρατικών sites και την άνοδο των εισιτηρίων στους κινηματογράφους:
«Δεν πιστεύω πως θα ωφελήσει με την έννοια ότι το κοινό θα επιστρέψει στις αίθουσες επειδή μπλοκαρίστηκαν τα αγαπημένα τους sites. Μεγάλο μέρος του κοινού έχει πλέον συνηθίσει να έχει πρόσβαση στο αγαπημένο του υλικό (ταινίες, μουσική, παιχνίδια, κλπ.) στη συσκευή της προτίμησής του, στο δικό του χώρο και την ώρα που θέλει. Ενηλικιώνεται μία ολόκληρη μερίδα κοινού η οποία ενδεχομένως δεν έχει πατήσει ποτέ σε σινεμά ή δεν έχει πληρώσει ποτέ για οπτικοακουστικό υλικό. Πολλοί είναι πια συνηθισμένοι να βλέπουν στα λάπτοπ τους ή ακόμα και στα κινητά τους. Η αγορά πρέπει να προσπαθήσει να κατανοήσει καλύτερα αυτή τη μερίδα και να ανακαλύψει τρόπους να την προσελκύσει. Θα αφήσω πιο ειδικούς να σχολιάσουν για τις ιδιαιτερότητες του χώρου, αλλά δεν θεωρώ ότι το μπλοκάρισμα των συγκεκριμένων sites μεταφράζεται αυτόματα σε όφελος για την κινηματογραφική διανομή.»
Ο Χρήστος Μήτσης επιμένει πως όλα είναι θέμα… νοοτροπίας:
«Αν η πρόσβαση στα παράνομα sites περιοριστεί, ο «μέσος» θεατής θα δυσκολεύεται πολύ να βρίσκει τα πάντα με απόλυτη ευκολία. Κάποιοι θα επιμείνουν, οι περισσότεροι όμως θα αρχίσουν να κουράζονται από το έντονο ψάξιμο, την απόκρυψη του IP, το κυνήγι των proxies…Κι αν δεν είσαι hacker, θα προτιμήσεις να πληρώσεις (στο σινεμά, στο pay tv, σε συνδρομητικό κανάλι…) για μια ταινία event, παρά να παιδευτείς να τη βρεις ή να κάνεις υπομονή ώσπου αυτή να “ανέβει” σε ένα εύκολης πρόσβασης site. Το όλο θέμα, λοιπόν, βρίσκεται στην εξ ανάγκης αλλαγή νοοτροπίας των θεατών, οι οποίοι (ευελπιστούμε πως) θα αρχίσουν να γίνονται πιο οικείοι με τη διαδικασία της κινηματογραφικής εξόδου.»
Η Ειρήνη Σουγανίδου μας δίνει μερικά στατιστικά:
«Παγκοσμίως, όπου έχουν παρθεί μέτρα κατά της πειρατείας υπάρχει μια βελτίωση στα μεγέθη της αγοράς της τάξης του 10-20%, μια και ο κόσμος επιστρέφει στη νόμιμη κατανάλωση. Σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης όπου ο νόμος στρέφεται κατά του τελικού χρήστη με σημαντικά χρηματικά πρόστιμα, οι θετικές συνέπειες στη νόμιμη αγορά ψυχαγωγίας είναι πολύ μεγαλύτερες. Οσο κατεβαίνουμε νοτιότερα στην Ευρώπη, τα μέτρα είναι ενάντια στον uploader και όχι στον downloader, γεγονός που δημιουργεί μια χρονική υστέρηση στη θετική επίδραση στο σύνολο της αγοράς.»
Οι κυρώσεις στους χρήστες διαδικτύου που κατεβάζουν παράνομο περιεχόμενο, όπως γίνεται στη Γαλλία, στη πράξη έχει δείξει ότι είναι αποτελεσματικότερο μέτρο για την πειρατεία και η εξατομίκευση της ευθύνης λειτουργεί περισσότερο αποτρεπτικά σε σχέση με τα μέτρα σε βάρος των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο.» – Χριστίνα Πηγάκη
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΙ ΑΛΛΟΙ (ΠΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΙ) ΤΡΟΠΟΙ
Μια απόφαση δεν φέρνει την άνοιξη και έτσι όλοι αναζητούν συνεχώς νέους τρόπους για την καταπολέμηση της πειρατείας που φτάνουν μέχρι την εκπαίδευση κι ακόμη παραπέρα. Το παράδειγμα άλλων χωρών είναι πάντα χρήσιμο, αν και η Ελλάδα – παραδοσιακά – χρειάζεται πρώτα απ’ όλα αλλαγή νοοτροπίας.
Ο Χρήστος Μπεχτσής μιλάει για τον πυρήνα του προβλήματος που δεν είναι άλλος από την εκπαίδευση**:
«Χρειάστηκε χρόνια για να καταλάβουμε ότι οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια δεν είναι για να πετάμε τα σκουπίδια μας. Χρειάστηκε δεκαετίες και νόμους για να αποδεχτούμε τα δικαιώματα αυτών που δεν καπνίζουν κτλ. Ακόμα και αν όλα αυτά δεν άλλαξαν ικανοποιητικά, υπάρχει σημαντική βελτίωση. Ετσι και με την πειρατεία. Η αλλαγή στη συνήθεια τόσων ετών στο παράνομο κατέβασμα ταινίας θέλει αλλαγή κουλτούρας και αυτό απαιτεί εκπαίδευση στο σχολείο, στο σπίτι, στην κοινωνία γενικότερα. Είναι, επίσης, σημαντικό να διαμορφωθούν συνθήκες, οι οποίες να διευκολύνουν την εύκολη και φθηνή πρόσβαση του κοινού στο προϊόν. Σε κάτι τέτοιο θα μπορούσε να βοηθήσει ας πούμε η μείωση του ΦΠΑ.»
Συμφωνεί και ο Χρήστος Μήτσης τονίζοντας και την έλλειψη πολιτικής παιδείας:
«Το να εφαρμοστεί σωστά, πλήρως και με μέθοδο ο συγκεκριμένος νόμος θα είναι ήδη ένα τεράστιο βήμα. Η εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως της Γαλλίας ή της Γερμανίας, μπορεί να είναι οδηγός στον πυρήνα του προβλήματος, πάντως βρίσκεται ένα ζήτημα παιδείας και πολιτικής εκπαίδευσης. Οταν κάποιος συνειδητοποιήσει πραγματικά πως το εύκολο κατέβασμα έχει το μακροχρόνιο τίμημά του (πρώτα θα μείνει άνεργος ο ταμίας του γειτονικού κινηματογράφου κι ύστερα θα φτωχύνει ο Τομ Κρουζ), τότε και η σινε-πειρατεία θα πάψει να είναι συνώνυμη με τη μαγκιά και την καπατσοσύνη.»
H Ειρήνη Σουγανίδου πιστεύει ότι εκτός από την εν λόγω απόφαση, πρέπει να γίνουν κι άλλα πράγματα**:
«Θα χρειαστούν κάποιες συμπληρωματικές/διευκρινιστικές τροποποιήσεις στον υφιστάμενο νόμο, ώστε να αντιμετωπιστούν με πιο αποτελεσματικό τρόπο οι τεχνικές “παράκαμψης” που με μεγάλη ευκολία, όχι μόνο χρήστες, αλλά και σοβαρά Μέσα, έτρεξαν να υποδείξουν στο κοινό μετά την εφαρμογή του μέτρου. Ταυτόχρονα θα πρέπει να γίνει απόλυτα σαφές, ότι ναι μεν το δωρεάν είναι πολύ ελκυστικό αλλά, αν θέλουμε να συνεχίσουν αυτές οι ταινίες να παράγονται, πρέπει να συμβάλλουμε στη χρηματοδότησή τους μέσω των νόμιμων καναλιών κατανάλωσης. Αν κανείς μείνει στο τέλος μιας ταινίας και παρακολουθήσει τα end credits, θα διαπιστώσει πόσος κόσμος, κόπος, χρόνος και άρα χρήμα, χρειάστηκε για να παραχθεί. Και οι νόμιμες πλατφόρμες κατανάλωσης στόχο έχουν να επιστρέψουν μέσω του κυκλώματος διανομής, χρήματα στους παραγωγούς, για να μπορούν να χρηματοδοτήσουν τις επόμενες ταινίες τους.»
Η Χριστίνα Πηγάκη είναι σαφής σχετικά με την αποτελεσματικότητα της κύρωσης κατευθείαν στον χρήστη:
«Οι κυρώσεις στους χρήστες διαδικτύου που κατεβάζουν παράνομο περιεχόμενο, όπως γίνεται στη Γαλλία, στη πράξη έχει δείξει ότι είναι αποτελεσματικότερο μέτρο για την πειρατεία και η εξατομίκευση της ευθύνης λειτουργεί περισσότερο αποτρεπτικά σε σχέση με τα μέτρα σε βάρος των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο.»
Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος βάζει στο τραπέζι το φτηνό σινεμά στην αίθουσα και τη νόμιμη, φιλική στο χρήστη και την τσέπη, οδό:
«Μια λύση είναι η μείωση της τιμής των εισιτηρίων στις αίθουσες, με συνδυασμένη προσπάθεια φοροκράτους και αιθουσαρχών-διανομέων, και, κυρίως, μια πουσαρισμένη πρόταση υποτιτλισμένης πλατφόρμας υπηρεσιών με προσβάσιμη, φιλική τιμή. Κάθε χρήστης έχει δικαιολογίες για τους εθισμούς του. Ωστόσο ο ντίλερ του, ο διανομέας δηλαδή, θα πρέπει να γνωρίζει πως αν του κόψει, ή του ακριβύνει αυτό που του δίνει, ο καταναλωτής θα βρει κάτι άλλο. Κι αν δεν είναι συναφές, θα πάει σε άλλο μαγαζί να τη βρει.»
Ο Μιχάλης Τέγος επιμένει στην εύκολη, φτηνή, νόμιμη παροχή και στην κινηματογραφική έξοδο – εμπειρία:
«Ο βασικός τρόπος είναι να έχει το κοινό πρόσβαση σε πρακτικές και οικονομικές λύσεις για πρόσβαση στο οπτικοακουστικό υλικό του. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει υπηρεσίες όπως το Netflix, το Mubi, το Spotify κλπ. Τέτοιες υπηρεσίες γνωρίζουν καλά πώς καταναλώνει ο κόσμος πλέον και προσπαθούν να προσεγγίσουν τους χρήστες με πολύ επιτηδευμένο τρόπο. Παράδειγμα το δωρεάν τμήμα του Spotify, το οποίο χρησιμοποιεί διαφημίσεις, ή το Netflix που θέλει να πειραματιστεί με χαμηλότερες τιμές συνδρομής για πρόσβαση αποκλειστικά σε mobile συσκευές. Οι κινηματογραφικές αίθουσες θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ιδιαιτερότητα της εμπειρίας που προσφέρουν και να σκεφτούν τι προστιθέμενη αξία μπορούν να παρέχουν στο κοινό. Τα multiplex θα εξακολουθήσουν να ειδικεύονται στα μεγάλα blockbusters, αλλά υπάρχει και το κοινό που αναζητά το άλλο σινεμά – αυτό το κοινό θα πρέπει η αγορά να το προσελκύσει με περισσότερους τρόπους, πέρα από απλώς την παροχή της αίθουσας και της ταινίας. Επίσης, όσο κλισέ κι αν είναι, πρέπει να υπάρξει περισσότερη ενημέρωση και εκπαίδευση γύρω από το θέμα της πειρατείας – όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως. Οταν περάσαμε από τα torrents και το file-sharing σε μεθόδους όπως το streaming και οι συσκευές/λογισμικό τύπου Kodi, μου έκανε τεράστια εντύπωση ότι πολλοί δε γνώριζαν καν ότι επρόκειτο για πειρατεία – θεωρούσαν ότι εφόσον βρίσκουν αυτό το υλικό στο internet σε ένα κάπως εμφανίσιμο site, πατάνε το κουμπί και η ταινία παίζει, ε, λογικά δε θα υπάρχει πρόβλημα. Το ίδιο και με τα streaming boxes, τα οποία μπορούσε κανείς να αγοράσει σε κατάστημα με όλο το software φορτωμένο και έτοιμο. Σου λέει, πλήρωσα κανονικά και το αγόρασα, πού το πρόβλημα; Εχουμε περάσει, δηλαδή, από το στάδιο όπου κάποιος εκούσια αποκτούσε υλικό με παράνομο τρόπο επειδή δεν ήθελε να το πληρώσει, στο στάδιο όπου το κοινό θεωρεί ότι εφόσον τόσες ποιοτικές υπηρεσίες είναι διαθέσιμες δωρεάν στο internet, γιατί όχι και αυτή; Και τέλος δεν υπάρχει και πολλή συναίσθηση των χαμένων εσόδων από την πλευρά των δημιουργών – αυτό έχει περισσότερο να κάνει με τη γενικότερη χαμηλή εκτίμηση της οποίας τυγχάνουν οι τέχνες και οι δημιουργοί στην εποχή μας. Αυτό απαιτεί λίγο πιο θεμελιώδεις κοινωνικές αλλαγές. Ωστόσο, οι τάσεις του internet αλλάζουν με τον καιρό – για παράδειγμα, το γεγονός ότι ο πιο πολύς κόσμος πλέον καταναλώνει μουσική μέσω υπηρεσιών που χρηματοδοτούνται με διαφημίσεις είναι μια πρόοδος από το παράνομο κατέβασμα. Επίσης, βλέπουμε κόσμο να πληρώνει συνδρομές σε μέσα ενημέρωσης – κάτι που λίγα χρόνια πριν θα ήταν αδιανόητο. Πρέπει να θυμόμαστε ότι πάντα θα υπάρχει μια μερίδα του κοινού που θα καταφεύγει στην πειρατεία από άποψη, αλλά ο περισσότερος κόσμος απλώς θέλει εύκολη πρόσβαση στην ψυχαγωγία. Εάν η νόμιμη οδός είναι ευκολότερη από την πειρατεία, θα γίνει και η προτιμότερη επιλογή.»
Επανειλημμένα έχει αποδειχθεί ότι η πειρατεία δεν αντιμετωπίζεται με απαγορεύσεις και μπλοκάρισμα, αλλά με την εύκολη και οικονομική πρόσβαση του κοινού σε νόμιμο υλικό.» – Μιχάλης Τέγος