Σύμφωνα με τον Διαφωτισμό δυο είναι οι μεγάλοι εχθροί του ανθρώπινου πνεύματος και της προόδου: ο φανατισμός και η άγνοια. Στο παρουσιαζόμενο βιβλίο Χίτλερ (συνοπτική έκδοση του δίτομου Χίτλερ, 1889- 1936- Ύβρις και Χίτλερ, Νέμεσις 1936-1945 με τους ίδιους μεταφραστές)
αυτοί οι δυο εχθροί του ανθρώπινου είδους δέχονται συνεχώς τα «πυρά» του ορθολογικού και μετριοπαθούς τρόπου του σκέπτεσθαι.
Η ιστορία της ανόδου, της κυριαρχίας και της πτώσης του ναζισμού είναι και η ιστορία ενός ανθρώπου που μετέτρεψε το δικό του μίσος σε μίσος των πολλών, σε μίσος των περισσότερων.
Η ιστορία της ανόδου, της κυριαρχίας και της πτώσης του ναζισμού είναι και η ιστορία ενός ανθρώπου που μετέτρεψε το δικό του μίσος σε μίσος των πολλών, σε μίσος των περισσότερων, τουλάχιστον αρχικά, όπως δείχνει ο Κέρσοου σ’ αυτή του τη μελέτη, αλλά και σε άλλες εργασίες του αφιερωμένες στο ναζιστικό φαινόμενο – Ο Χίτλερ, οι Γερμανοί και η τελική λύση, (μτφρ. Ουρανία Παπακωνσταντοπούλου, εκδ. Πατάκη, 2012), Το Τέλος – Γερμανία 1944-1945 (μτφρ. Κώστας Καρανικολός, εκδ. Κλειδάριθμος 2015) και το προσφάτως εκδοθέν Στην κόλαση των δυο πολέμων (μτφρ. Ελένη Αρσενίου, εκδ. Αλεξάνδρεια).
Τι ήταν τελικά ο Χίτλερ; Πώς κατάφερε ένα πολύ μικρής μόρφωσης και παιδείας άτομο να κυριαρχήσει όχι μόνο στη Γερμανία των φτωχών και των αμαθών, αλλά και στη Γερμανία των πλουσίων και καλλιεργημένων; Ο Κέρσοου δείχνει ότι στην άνοδο του φαινομένου Χίτλερ τον πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν οι συνθήκες και οι κρίσιμες περιστάσεις στις οποίες εγκλωβίστηκε μια κοινωνία τραυματισμένη από τον πόλεμο, μέσα σε επαναστατική αναταραχή, πολιτική αστάθεια, οικονομική μιζέρια και κρίση. Σε οποιαδήποτε άλλη συγκυρία ο Χίτλερ θα είχε παραμείνει ένα μηδενικό.
Ο Κέρσοου σ’ αυτή του τη συγκλονιστική μελέτη, γραμμένη με γλαφυρό τρόπο αλλά και επιστημονική υπερεπάρκεια, χωρίς εκτενείς βιβλιογραφικές παραπομπές, κάτι που διευκολύνει κάθε αναγνώστη, αποτυπώνει τον ζόφο και την τραγωδία της χιτλερικής διακυβέρνησης, χωρίς όμως να πέφτει σε απολίτικους συναισθηματισμούς, οι οποίοι σε τελική ανάλυση διευκολύνουν τις λεγόμενες «αναθεωρήσεις» της ναζιστικής ιστορίας.
Αλήθεια. Αλλά ο συγγραφέας την ίδια στιγμή υποστηρίζει πως αν στη θέση του καγκελάριου ήταν για παράδειγμα ο Γκέρινγκ, αυτός δεν θα ενεργούσε με τον ίδιο τρόπο σ’ όλες τις περιστάσεις. Ο Κέρσοου σ’ αυτή του τη συγκλονιστική μελέτη, γραμμένη με γλαφυρό τρόπο αλλά και επιστημονική υπερεπάρκεια, χωρίς εκτενείς βιβλιογραφικές παραπομπές, κάτι που διευκολύνει κάθε αναγνώστη, αποτυπώνει τον ζόφο και την τραγωδία της χιτλερικής διακυβέρνησης, χωρίς όμως να πέφτει σε απολίτικους συναισθηματισμούς, οι οποίοι σε τελική ανάλυση διευκολύνουν τις λεγόμενες «αναθεωρήσεις» της ναζιστικής ιστορίας.
Βιογραφία και εξουσία
Ο Χίτλερ γεννήθηκε στις 20 Απριλίου 1889. Η βιογραφία του είναι αξεχώριστη από την περιγραφή της εξουσίας που άσκησε. Ο άνθρωπος Χίτλερ δεν υπάρχει χωρίς την εξουσία του. Γι’ αυτό και οι προσωπικές στιγμές του είναι ελάχιστες ως ανύπαρκτες. Ακόμη και η αυτοκτονία της αγαπημένης του ανιψιάς Γκέλυ συνδέεται με τον τρόπο άσκησης της εξουσίας του. Ενώ δεν είναι τυχαίο που παντρεύεται την Εύα Μπράουν μόνο μια μέρα πριν από την αυτοκτονία τους.
Η οικογένειά του ήταν μια κλασική μεσοαστική οικογένεια της τότε Αυστροουγγαρίας. Η ζωή τους δεν ήταν τόσο αρμονική και ευτυχισμένη. Ίσως το μόνο άτομο που πραγματικά αγάπησε ο Χίτλερ να ήταν η μητέρα του. Μικρό, τον ενθουσίαζαν ιστορίες για την Άγρια Δύση και τις μάχες με τους Ινδιάνους. Αρχικά, στα χρόνια της μαθητικής του ζωής στο Λίντς και της μποέμικης «καλλιτεχνικής» του ζωής στη Βιέννη 1909-1913, όπου δεν έγινε δεκτός στην Ακαδημία Καλών Τεχνών, δεν έδειξε εμφανή δείγματα αντισημιτισμού. Συνεργαζόταν μάλιστα με Εβραίους για να πουλάει τους πίνακές του. Μόνο εκ των υστέρων κατασκεύασε τον μύθο του εξ απαρχής αντισημίτη. Ένα πάθος είχε από την αρχή ώς το τέλος. Το πάθος για τη μουσική και την προσωπικότητα του Βάγκνερ. Ενώ, σύμφωνα με τον τότε πιο «κολλητό» του φίλο, τον Κούμπιτσεκ, ήταν μισογύνης. Όπως παρατηρεί ο συγγραφέας, όντως ήταν πολύ πιθανόν να φοβόταν τις γυναίκες.
Ο Χίτλερ εγκατέλειψε την Αυστρία για να πάει στο Μόναχο το 1913, αποφεύγοντας μάλιστα να εκπληρώσει τη στρατιωτική του θητεία. Μόνο ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, με τον αρχικό ενθουσιασμό που προκάλεσε και την πίκρα με την οποία τελείωσε, έκανε δυνατή τη γέννηση του Χίτλερ. «Χωρίς τον πόλεμο ένας Χίτλερ στη θέση του καγκελάριου την οποία κάποτε κατείχε ο Μπίσμαρκ θα ήταν αδιανόητος» (σελ. 46).
Για τον Χίτλερ ο πόλεμος ήταν θεόσταλτος. Κατατάσσεται εθελοντικά στον βαυαρικό στρατό ως αυστριακός υπήκοος και γίνεται δεκανέας τον Νοέμβριο του 1914. Ως στρατιώτης δεν ήταν δειλός και το 1918 τιμήθηκε με τον Σιδηρού Σταυρό Πρώτης Τάξεως. Στη συνέχεια αποδέχθηκε εξ ολοκλήρου τον μύθο περί εσωτερικής προδοσίας από τους Εβραίους και τους κομμουνιστές.
Η γερμανική τύφλωση
Η πολιτική του σταδιοδρομία εκτινάχθηκε, από την έως τότε μετριότητά του «απλού τυμπανιστή», μετά το Πραξικόπημα της μπυραρίας του Μπιργκερμπροϊκελέρ το 1923 και την φυλάκισή του.
Η πολιτική του ζωή ξεκινά ως ταραξίας των μπυραριών, ως απλός τυμπανιστής του κόμματος, όπως αυτοπροσδιοριζόταν. Η πολιτική του σταδιοδρομία εκτινάχθηκε, από την έως τότε μετριότητα του «απλού τυμπανιστή», μετά το Πραξικόπημα της μπυραρίας του Μπιργκερμπροϊκελέρ το 1923 και την φυλάκισή του. Στην ουσία ήταν ένα πραξικόπημα που το επιχείρησε για να προλάβει τον Γενικό Κρατικό Επίτροπο Καρ να πραγματοποιήσει εκείνος τη δική του δικτατορική εξουσία. Απροετοίμαστος, βιαστικός, χωρίς συμμάχους, απομονωμένος, ηττάται και φυλακίζεται. Εκεί πλέον διαμορφώνει τον αντισημιτισμό και αντιμπολσεβικισμό του. Κυρίως όμως τότε επεξεργάζεται και κάνει κύριο εργαλείο της ιδεολογίας του την έννοια του «ζωτικού χώρου». Τον Ιούλιο όμως του 1926 απαλάσσεται από τους ανταγωνιστές και αναλαμβάνει μόνος του την ηγεσία του NSDAP (Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα).
Στη φυλακή γράφει το πρώτο μέρος του Ο Αγών μου. Εδώ δεν περιέχεται κάποιο διάγραμμα πολιτικής. Μόνο «παρέχει μια ενδιαφέρουσα εικόνα της σκέψης του στα μέσα του 1920… Κατέληγε σε μιαν απλοϊκή μανιχαϊστική άποψη της ιστορίας ως φυλετικής πάλης» (σελ. 149) και κτίζει τη βάση για το μύθο του Φύρερ απελευθερωτή από τα φυλετικά και μαρξιστικά μιάσματα. Την ίδια περίοδο το κόμμα του τίθεται εκτός νόμου και διασπάται. Από τότε εμφανίζονται και οι πρώτοι ανταγωνισμοί του με τον «συναγωνιστή» Ρεμ.
Μέχρι το πραξικόπημα, ο Χίτλερ ήθελε να φαίνεται ως απλός τυμπανιστής του γερμανικού εθνικιστικού κινήματος, μόνο μετά από αυτό και την άνετη φυλάκισή του, όπου «καλλιεργούσε» μέσα του το μίσος που θα έβγαζε στην κοινωνία μετά την αποφυλάκισή του (αξιολόγησε τη φυλακή του ως Πανεπιστήμιο πληρωμένο από το κράτος), εμφανίζεται στο ρόλο του μοναδικού και αναντικατάστατου ηγέτη. Με την αποφυλάκισή του τον Δεκέμβριο του 1924 αρνείται οποιεσδήποτε συνεργασίες με τα άλλα κόμματα του εθνικιστικού μπλοκ και προχωρεί στην ανασύσταση του NSDAP.
Ακόμη και μετά το 1926 το κύριο βάρος το ρίχνει περισσότερο στον αντιμαρξισμό απ’ ότι στον αντισημιτισμό. Τότε «επανεξετάζει ορισμένα σημεία των απόψεών του σχετικά με το πώς θα αποκτήσει την εξουσία».
Πάντως, ακόμη και μετά το 1926 το κύριο βάρος το ρίχνει περισσότερο στον αντιμαρξισμό απ’ ό,τι στον αντισημιτισμό. Αρχίζει να «επανεξετάζει ορισμένα σημεία των απόψεών του σχετικά με το πώς θα αποκτήσει την εξουσία» (σελ. 147). Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι ο Χίτλερ είχε ήδη από τότε την υποστήριξη σημαντικών οικονομικών παραγόντων, χωρίς όμως -κατά τη γνώμη μου- να καταθέτει επαρκή στοιχεία για να τεκμηριώσει τη θέση του. Πάντως, απευθυνόμενος ο Χίτλερ, την ίδια περίοδο, σε κλειστή σύσκεψη στην μπουρζουαζία του Αμβούργου, η οποία ενθουσιάστηκε με τις απόψεις του, δεν έκανε αναφορές στους Εβραίους, στόχευσε μόνο τον μαρξισμό και τον παραλυτικό ρόλο που έχει η δημοκρατία για την επιχειρηματικότητα.
Από το 2,7% των εκλογών του Μαΐου του 1928 περνά στο 18,3% τον Σεπτέμβριο του 1930 και στο 37,4% των εκλογών του Ιουλίου του 1932. Η άρνησή του, τότε, να γίνει αντικαγκελάριος και η αδυναμία ακόμη και των ακροδεξιών εθνικιστών να αντιληφτούν τη δυναμική του, τον έκαναν Καγκελάριο επτά μήνες αργότερα, παρόλο που τον Ιανουάριο του 1933 πήρε 33,1%, μικρότερο ποσοστό από τις προηγούμενες εκλογές. Η γερμανική «τύφλωση» είχε ολέθρια αποτελέσματα.
Όλοι συντηρητικοί, φιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες, κομμουνιστές είχαν υποτιμήσει τις προθέσεις του. Και ενώ οι αριστεροί είχαν από το 1930 και ύστερα χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, οι συντηρητικοί και οι εθνικιστές επιθυμούσαν να εξαφανίσουν τους αριστερούς, γι’ αυτό και δεν ενοχλούνταν από μια περιορισμένη δικτατορία. «Στην πραγματικότητα, αυτό που έπαιξε τον σπουδαιότερο ρόλο στην προετοιμασία του δρόμου που έφερε τον Χίτλερ στο πόστο της καγκελαρίας δεν ήταν κάποιες ενέργειες του ηγέτη των ναζί αλλά οι κακοί υπολογισμοί εκείνων που είχαν καθημερινή πρόσβαση στους διαδρόμους της εξουσίας» (σελ. 259). Η δημοκρατία παραδόθηκε χωρίς να δώσει τη μάχη της.
Στην απόκτηση της εξουσίας τον διευκόλυναν τόσο οι δυνάμεις της μετριοπάθειας και του αστισμού, οι οποίες δεν κατόρθωσαν να κτίσουν μια ισχυρή συμμαχία η οποία και τη Γερμανία θα έβγαζε από την κρίση και τον Χίτλερ θα απογύμνωνε από την αίγλη του πατριώτη που μόνος του μάχεται τους «προδότες», όσο και οι άλλες εθνικιστικές δυνάμεις που νόμιζαν ότι θα τον χρησιμοποιήσουν ως εργαλείο για την πάταξη των Σοσιαλδημοκρατών και των Κεντρώων.
Τα αποτελέσματα της τύφλωσης
Αυτό που δεν κατάλαβαν ούτε οι στρατηγοί, ήταν ότι σε πέντε χρόνια θα είχαν μετατραπεί και αυτοί σε μια λειτουργική ελίτ στα χέρια του Φύρερ, ο οποίος θα τους οδηγούσε στον όλεθρο μαζί με ολόκληρη τη γερμανική κοινωνία.
Με το που ανακηρύσσεται καγκελάριος στις 30 Ιανουαρίου 1933 δεν ήταν σε θέση να λειτουργήσει αμέσως δικτατορικά, αν και προσπάθησε να περιορίσει τον ρόλο του Προέδρου Χίντεμπουργκ – ο τελευταίος αποτελούσε ένα αντίβαρο νομιμότητας στον στρατό. Γι’ αυτό και πρώτη επιδίωξή του ήταν να ικανοποιήσει τους στρατιωτικούς με τις θέσεις του υπέρ της αύξησης των εξοπλισμών και την ανάγκη ενδυνάμωσης του ρόλου του στρατού στη γερμανική κοινωνία. Αυτό που δεν κατάλαβαν ούτε οι στρατηγοί ήταν ότι σε πέντε χρόνια θα είχαν μετατραπεί και αυτοί σε μια λειτουργική ελίτ στα χέρια του Φύρερ, ο οποίος θα τους οδηγούσε στον όλεθρο μαζί με ολόκληρη τη γερμανική κοινωνία.
Πήρε με ευκολία μαζί του τους γαιοκτήμονες, ενώ λιγότερο εύκολα έκαμψε την καχυποψία των βιομηχάνων. Ο ίδιος δεν είχε ιδέα για τα οικονομικά θέματα. Η οικονομική του αντίληψη καθοδηγούταν από τον κοινωνικό δαρβινισμό του. Αλλά η υπόσχεση αποεβραιοποίησης της οικονομίας έδινε πολλές ελπίδες σε πολλούς για μοίρασμα των εβραϊκών περιουσιών.
Στις 30 Ιουνίου 1934 με την περιβόητη «Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών» και την εξόντωση του Ρεμ και των πρωτοπαλίκαρών του, ο Χίτλερ καθίσταται αναμφισβήτητος Φύρερ, όχι μόνο στην κοινωνία, αλλά και μέσα στο κόμμα του.
Από την πρώτη στιγμή, με την βοήθεια των SA και των SS, διέλυσε την αντίσταση των κομμουνιστών με αγριότητα και τους έδιωξε από το κοινοβούλιο. Η φωτιά που άναψε στο Ραϊχσταγκ ο Μαρίνους βαν ντε Λούμπε διευκόλυνε τον Χίτλερ στις ενέργειές του. Σταδιακά, η βία και η καταστολή γίνονται καθημερινότητα που κορυφώνεται με τη ψήφιση στις 21 Μαρτίου 1933 του Νόμου περί Δολίων Πράξεων, με 441 υπέρ έναντι 94 ψήφων κατά. Μόνο οι σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι βγήκαν αμέσως εκτός νόμου, μερικά τμήματα του Κέντρου και μια φούχτα Φιλελεύθεροι καταψήφισαν. «Το άλμα στο σκοτάδι» όπως έγραψε μια καθολική εφημερίδα είχε ήδη γίνει. Αρχίζει έτσι η περίφημη πορεία ευθυγράμμισης της γερμανικής κοινωνίας με τη ναζιστική ιδεολογία. Μετά τον πολιτικό πλουραλισμό, το επόμενο θύμα αυτής της ευθυγράμμισης ήταν τα SA του Ρεμ. Στις 30 Ιουνίου 1934, με την περιβόητη «Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών» και την εξόντωση του Ρεμ και των πρωτοπαλίκαρών του, ο Χίτλερ καθίσταται αναμφισβήτητος Φύρερ, όχι μόνο στην κοινωνία, αλλά και μέσα στο κόμμα του.
Πριν απ’ αυτό, τον Απρίλιο του 1933, είχε κηρυχθεί μποϋκοτάζ κατά των Εβραίων, χωρίς μεγάλη επιτυχία, αλλά ο δρόμος της εξόντωσής τους έχει ανοίξει. Όπως αποδείχθηκε δεν υπήρχε ολοκληρωμένο πρόγραμμα ούτε για την εξόντωση των Εβραίων ούτε για πολλά άλλα μέτρα που ελήφθησαν. Ο Φύρερ φρόντιζε να μη δίνει γραπτές εντολές. Αυτό όμως για μια κοινωνία η πλειοψηφία της οποίας ήθελε να ενεργεί «στο πνεύμα του Φύρερ» ήταν ακόμη χειρότερο. Αυτή φρόντιζε να προλαμβάνει τόσο πολύ τη θέλησή του, ώστε να του δίνει πολλές φορές την ευκαιρία να κάνει τον οργισμένο με τις ωμότητες, οι οποίες κατά βάθος ήταν αυτό που ήθελε. Όπως συνέβη στις 9 Νοεμβρίου 1938 με το πογκρόμ κατά των Εβραίων στο Βερολίνο, τη γνωστή και ως Νύχτα των Κρυστάλλων, λόγω των σπασμένων τζαμαριών των εβραϊκών καταστημάτων. Εδώ ο Χίτλερ έκανε τον δυσαρεστημένο για την έκταση που έλαβαν τα επεισόδια κατά των Εβραίων καταστηματαρχών. Φυσικά καθόλου δεν δυσαρεστήθηκε, όλα ήσαν «στο πνεύμα» του Φύρερ.
Ποτέ δεν υπήρξε καθαρή εντολή από τη μεριά του για την τελική λύση. Μόνο που ο Φύρερ φρόντισε, μεταξύ άλλων, στην 6η επέτειο της ανόδου του στην εξουσία, στις 30 Ιανουαρίου 1939, να προβλέψει ότι αν υπάρξει νέος πόλεμος γι’ αυτό υπεύθυνοι θα είναι οι Εβραίοι και έτσι οι ίδιοι θα οδηγήσουν τα πράγματα στην εξόντωσή τους.
Ποτέ δεν υπήρξε καθαρή εντολή από τη μεριά του για την Τελική Λύση. Μόνο που ο Φύρερ φρόντισε, μεταξύ άλλων, στην 6η επέτειο της ανόδου του στην εξουσία, στις 30 Ιανουαρίου 1939, να προβλέψει ότι αν υπάρξει νέος πόλεμος γι’ αυτό υπεύθυνοι θα είναι οι Εβραίοι και έτσι οι ίδιοι θα οδηγήσουν τα πράγματα στην εξόντωσή τους. «Προφητεία» που επαναλήφθηκε ακριβώς ένα χρόνο αργότερα, στις 30 Ιανουαρίου 1940. Έκτοτε όλοι και όλα δούλευαν για την εκπλήρωση της «προφητείας». Γραπτή εντολή όμως δεν υπήρξε ποτέ. Μόνο «προφητείες» και συσκέψεις στο πνεύμα της προφητείας. Α, υπήρξαν και πρόθυμοι «γραφειοκράτες» όπως ο Άιχμαν για να την εκπληρώσουν.
Στο διπλωματικό παιγνίδι, αρχικά, ο Φύρερ επεδίωκε τη συνεννόηση με τους Βρετανούς για να «αποτελειώσουν» από κοινού τον Στάλιν. Οι προσπάθειες των δυτικών να «ημερέψουν» το θηρίο, όταν αυτό προσάρτησε την Αυστρία και τμήμα της Τσεχοσλοβακίας οδήγησαν τη νύχτα της 29ης Σεπτεμβρίου προς την 30η του 1938, από τη μια, στην αυταπάτη τη Συμφωνίας του Μονάχου· και από την άλλη, το 1939 με το Σύμφωνο μη Επίθεσης με τη Ρωσία οι ναζί από κοινού με τον Στάλιν φρόντισαν να μοιράσουν τα εδάφη της Πολωνίας. Το θηρίο βγήκε από το κλουβί του και την 1η Σεπτεμβρίου εισέβαλλε και μέσα σε λίγες μέρες κατασπάραξε την Πολωνία.
Αχαλίνωτη βαρβαρότητα και το αποτυχημένο σχέδιο Μπαρμπαρόσα
Την ίδια περίοδο το 1939, πριν εισβάλλει και καταλάβει Δανία, Νορβηγία, Βέλγιο, Ολλανδία και Γαλλία, μπαίνει σε εφαρμογή το σχέδιο εξόντωσης των ατόμων με νοητική στέρηση και αναπηρία. Η μοναδική περίπτωση στην οποία υπήρχε γραπτή εντολή του Χίτλερ ήταν αυτή για την εξόντωση αυτών των ατόμων.
Από τότε ο ναζισμός μπαίνει πραγματικά στο στοιχείο του. Στον πόλεμο. Ξεκινά με μια απίστευτης αγριότητας εξόντωση όχι μόνο των Πολωνοεβραίων και της πολωνικής ελίτ, αλλά ολόκληρου του πολωνικού έθνους, για να τον ακολουθήσει σ’ αυτό το έργο και ο σύντροφος Στάλιν. Την ίδια περίοδο, το 1939, πριν εισβάλλει και καταλάβει Δανία, Νορβηγία, Βέλγιο, Ολλανδία και Γαλλία, μπαίνει σε εφαρμογή το σχέδιο εξόντωσης των ατόμων με νοητική στέρηση και αναπηρία. Η μοναδική περίπτωση στην οποία υπήρχε γραπτή εντολή του Χίτλερ ήταν για την εξόντωση αυτών των ατόμων. Σχέδιο όμως που παρά τη δύναμη του Φύρερ σταμάτησε ένα χρόνο μετά, με την αντίσταση των δυο γερμανικών εκκλησιών, της Προτεσταντικής και της Καθολικής.
Το 1940 η Δυτική Ευρώπη, πλην Μεγάλης Βρετανίας, βρίσκεται υποταγμένη στην βαρβαρότητα του ναζισμού. Το τμήμα της Πολωνίας που δεν προσαρτήθηκε απευθείας στο Ράιχ, το τμήμα του λεγόμενου Γενικού Κυβερνείου, υπό τη διεύθυνση του αδίστακτου Χανς Φράνκ, αρχίζει να προετοιμάζεται, χωρίς επαναλαμβάνω ρητή γραπτή εντολή του Χίτλερ, για να γίνει χωματερή των Εβραίων. Με απώτερο στόχο αυτή να επεκταθεί στη Ρωσία, η επίθεση εναντίον της οποίας πραγματοποιείται στις 22 Ιουνίου 1941. Στις 23 Ιουνίου ο Χίτλερ εγκαθίσταται στην περίφημη Φωλιά του Λύκου στα σκοτεινά δάση της Μαζουρίας για να παρακολουθήσει τον σίγουρο θρίαμβό του.
Tα ανώτερα στελέχη των ναζί συγκρούονταν μεταξύ τους για την τακτική, ενώ οι σχέσεις τους με τους στρατιωτικούς ήσαν από την αρχή σχέσεις καχυποψίας από πλευράς των ναζί και περιφρόνησης από την πλευρά των στρατηγών προς τους ναζί.
Τις πρώτες μέρες της εισβολής στη Ρωσία το σχέδιο Μπαρμπαρόσα, όπως ονομάστηκε η εισβολή, φαινόταν να προχωράει όπως όλα είχαν σχεδιαστεί. Ο Κόκκινος Στρατός υπέστη βαριές απώλειες σε άνδρες και οπλισμό. Οι σοβιετικοί αιχμάλωτοι αντιμετωπίζονταν σαν άτομα δεύτερης κατηγορίας και οι κομματικοί υπεύθυνοι εκτελούνταν αμέσως. Ο τοπικός πληθυσμός αντιμετώπιζε κάθε είδους αντίποινα. «Σύντομα θα τελειώνουμε», έγραφε στο ημερολόγιό του ο Γκέμπελς. Και όμως! Τα ανώτερα στελέχη των ναζί συγκρούονταν μεταξύ τους για την τακτική, ενώ οι σχέσεις τους με τους στρατιωτικούς ήσαν από την αρχή σχέσεις καχυποψίας από πλευράς των ναζί και περιφρόνησης από την πλευρά των στρατηγών προς τους ναζί. Στα μέσα Νοεμβρίου του 41 αρχίζει η επίθεση στη Μόσχα, η αρχική βαθειά διείσδυση των χιτλερικών στρατευμάτων γρήγορα ανακόπτεται. Στις 5 Δεκεμβρίου αρχίζει η σοβιετική αντεπίθεση. Ο Χίτλερ εκδίδει στις 17 Δεκεμβρίου 1941 τη διαταγή «καμία υποχώρηση στο Ανατολικό Μέτωπο». Ταυτοχρόνως αναλαμβάνει την άμεση καθοδήγηση του στρατεύματος. Η συνέχεια, μέσα από συνεχείς αλλαγές στο Γενικό Επιτελείο Στρατού και συγκρούσεις με τους στρατηγούς, θα είναι μια σειρά δευτερευουσών νικών και μια σειρά μεγάλων ηττών, οι οποίες θα κορυφωθούν με την ήττα της Έκτης Στρατιάς του Φον Πάουλους στο Στάλινγκραντ και την ολοσχερή παράδοσή της στις 31 Ιανουαρίου 1943 στους σοβιετικούς. Μέσα στο ’43 θα ακολουθήσουν μεγάλες ήττες όπως αυτή στο Κουρσκ, αλλά και στο Δυτικό Μέτωπο. Ήδη είχε εισέλθει ο συμμαχικός στρατός στη Νάπολη και είχε ηττηθεί ο Ρόμελ στην Ανατολική Αφρική. Πολύ πριν την Απόβαση στη Νορμανδία, τον Ιούνιο του 44, ήταν φανερή η πορεία προς την ήττα στο Ανατολικό και στο Δυτικό Μέτωπο.
Από το καλοκαίρι του ’42 μπαίνει σε εφαρμογή η εξόντωση με αέρια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης αρχικά των Ρώσων αιχμαλώτων και μετά και των Εβραίων και των άλλων μειονοτήτων όπως οι Ρομά.
Ήττα που αντί να μετριάσει τα εγκλήματα κατά των Εβραίων, αύξησε τα δολοφονικά ένστικτα των ναζί. Τον Ιανουάριο του ’42, τις μέρες της ήττας έξω από τη Μόσχα, πραγματοποιήθηκε υπό τον αρχηγό της Γκεστάπο Χάινριχ Χίμλερ η περιβόητη διάσκεψη στο Βάνζεε. Αυτή είχε προγραμματιστεί να γίνει ήδη από τον Δεκέμβριο και είχε αναβληθεί για λίγο. Στις 12 Δεκεμβρίου 1941, μια μέρα μετά τη κήρυξη του πολέμου κατά των ΗΠΑ, ο Χίτλερ μιλώντας στους γκαουλάιτερ και ραϊχσλάιτερ στην Καγκελαρία είχε αναφερθεί στην «προφητεία» του για την εξόντωση των Εβραίων, επειδή αυτοί είχαν προκαλέσει τον πόλεμο. Στο Βάνζεε, χωρίς πάλι να υπάρχει κάποια γραπτή οδηγία από τον Χίτλερ, αλλά είναι αλήθεια κάτω και από την πίεση της περίφημης «βάσης», καταστρώθηκε το σχέδιο της Τελικής Λύσης. Από το καλοκαίρι του ’42 μπαίνει σε εφαρμογή η εξόντωση με αέρια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αρχικά των Ρώσων αιχμαλώτων και μετά και των Εβραίων και των άλλων μειονοτήτων όπως οι Ρομά. Η «φωλιά του λύκου» δεν χρειαζόταν γραπτές οδηγίες για να κατασπαράξει τα θύματα της. Οι υποτελείς φρόντιζαν με περισσό ζήλο να επαληθεύσουν την «Προφητεία» του Φύρερ.
Εκείνο που δεν είχε προβλέψει ο προφήτης ήταν το δικό του τέλος και κυρίως το τέλος και την καταστροφή της γερμανικής κοινωνίας. Τέλος που πλέον φαινόταν αναπόφευκτο με την ήττα των ναζί στο Κουρσκ στις 24 Ιουνίου 1943, με την ανακατάληψη του Κιέβου από τους σοβιετικούς στις 5 Νοεμβρίου, ενώ και στο Δυτικό Μέτωπο υπήρξε αρχικά η ανακατάληψη της Νάπολης από τους Συμμάχους και η τελική παράδοση της Ιταλίας τον Σεπτέμβριο του 43. Οι Αρδέννες από τον Δεκέμβριο του 44 έως τον Ιανουάριο του 45 έδειξαν πως δεν υπήρχε επιστροφή από τον Άδη που τον είχε ήδη καταδικάσει η Ιστορία.
Τίποτα δεν ήταν ικανό να αντιστρέψει την πορεία του Χίτλερ προς την άβυσσο. Ούτε καν η εύνοια της τύχης που τον βοήθησε να γλυτώσει από την απόπειρα εναντίον του στις 20 Αυγούστου 1944, από στελέχη του στρατού υπό τον συνταγματάρχη Κλάους Σταούφενμπεργκ.
Τίποτα δεν ήταν ικανό να αντιστρέψει την πορεία του Χίτλερ προς την άβυσσο. Ούτε καν η εύνοια της τύχης που τον βοήθησε να γλυτώσει από την απόπειρα εναντίον του στις 20 Αυγούστου 1944, από στελέχη του στρατού υπό τον συνταγματάρχη Κλάους Σταούφενμπεργκ. Τύχη που στις αρχές Νοεμβρίου του 1939 τον είχε γλυτώσει και από την απόπειρα του αγνού μοναχικού αγωνιστή Σουηβού ξυλουργού Γκέοργκ Έλσερ. Η διαταγή για τη μη υποχώρηση στοίχησε τη ζωή εκατομμυρίων ακόμη ανθρώπων, όχι μόνο στρατιωτών αλλά και απλών Γερμανών πολιτών. Όλη η Γερμανία πλήρωσε ακριβά αυτή τη διαταγή. Οι σκηνές που περιγράφονται για τα δεινά που επεφύλαξε στον κατακτημένο πλέον γερμανικό λαό ο προελαύνων στην καρδιά της Πρωσίας σοβιετικός στρατός είναι αποκαλυπτικές μιας άλλης «προφητείας». Αυτής που πραγματοποιείται εκεί που κυριαρχούν ο φανατισμός και η άγνοια.
Το τελευταίο κεφάλαιο «η ώρα του αφανισμού» είναι συγκλονιστικό. Εδώ ξετυλίγονται σαν δαντικές εικόνες οι τελευταίες στιγμές του ανθρώπου που οδήγησε στο μεγαλύτερο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Του ανθρώπου που τον Φεβρουάριο του ’45, την ίδια στιγμή που οι σοβιετικοί και οι άλλοι σύμμαχοι καταλάμβαναν ολόκληρη την Γερμανία, αυτός κοιτούσε την μακέτα της προγραμματιζόμενης ανοικοδόμησης της γενέτειρας πόλης του, του αυστριακού Λίντς. Του ανθρώπου που τότε δήλωνε ότι «έχει μετανιώσει για την καλοσύνη που επέδειξε», του ανθρώπου που έτρεφε «αυταπάτες» μέχρι το τέλος.
Ποιος ήταν τελικά ο Χίτλερ;
Πώς κατέστη δυνατό ένας τόσο λίγος, αλλόκοτος και απροσάρμοστος άνθρωπος όπως ο Χίτλερ να καταλάβει την εξουσία σε μια τόσο αναπτυγμένη οικονομικά, περίπλοκη και πολιτιστικά ισχυρή κοινωνία και κράτος όπως η Γερμανία.
Ο Κέρσοου επιδίωξε με αυτή τη βιογραφία να απαντήσει σε δυο ερωτήματα. Το πρώτο ήταν το πώς κατέστη δυνατό ένας τόσο λίγος, αλλόκοτος και απροσάρμοστος άνθρωπος όπως ο Χίτλερ να καταλάβει την εξουσία σε μια τόσο αναπτυγμένη οικονομικά, περίπλοκη και πολιτιστικά ισχυρή κοινωνία όπως η Γερμανία. Η ρητορική της εθνικής κοινότητας και η λατρεία προς τον Φύρερ ήταν τα στοιχεία που αφορούσαν τη δυναμική αναγέννηση της Γερμανίας. Δυναμική μέσα στην οποία «βολεύονταν» ποικίλα συμφέροντα. Το δεύτερο αφορά το πώς ασκούσε την εξουσία του αυτός ο άνθρωπος. Εξαίρετος δημαγωγός, άξεστος, χωρίς καμία εμπειρία στη διοίκηση, κατόρθωσε να διοικεί μια ολόκληρη Γερμανία μόνο με τη λογική «δουλεύουμε όλοι στη γραμμή του Φύρερ μας».
Η έννοια της χαρισματικής ηγεσίας βοηθά –κατά τον Κέρσοου– στην αποτίμηση της σχέσης ανάμεσα στον Χίτλερ και εκείνη τη μαζική αποδοχή που τον οδήγησε στην εξουσία. Βοηθά επίσης στην αποκάλυψη του τρόπου που λειτουργούσε η ναζιστική διοίκηση. Όλοι οι μεγάλοι του ναζιστικού κόμματος όφειλαν τις θέσεις εξουσίας τους στην ανώτατη δύναμη και αυθεντία του Φύρερ, γι’ αυτό και φρόντιζαν να βρίσκονται πάντα στο «πνεύμα» του. Στο βιβλίο όμως του Κέρσοου ο γρίφος της δύναμης του Χίτλερ λύνεται αφού τον προσεγγίσει κανείς όχι μόνο ως «χαρισματική» προσωπικότητα, αλλά και μέσα από την καταγραφή των συνθηκών στη Γερμανία.
Ο Χίτλερ ήταν ένας απρόσιτος άνθρωπος, με μη προβλέψιμες αντιδράσεις που προκαλούσαν άγχος και πανικό στους πάντες, σιχαινόταν τον μεθοδικό τρόπο δράσης, την οργανωμένη εργασία, απέφευγε οποιαδήποτε συζήτηση για τις λεπτομέρειες, εμμονικός με τις αποφάσεις του, ιδεοληπτικός και συνάμα καιροσκόπος όπου χρειαζόταν.
Ο Χίτλερ ήταν ένας απρόσιτος άνθρωπος, με μη προβλέψιμες αντιδράσεις που προκαλούσαν άγχος και πανικό στους πάντες· σιχαινόταν τον μεθοδικό τρόπο δράσης, την οργανωμένη εργασία, απέφευγε οποιαδήποτε συζήτηση για τις λεπτομέρειες· εμμονικός με τις αποφάσεις του, ιδεοληπτικός και συνάμα καιροσκόπος, όπου χρειαζόταν. «Οι μονόλογοί του ήταν μια κάλυψη για την ημιμάθειά του. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι είχε ένα εύστροφο μυαλό, ένα δηκτικό και εξοντωτικό σαρκασμό. Διαμόρφωνε κρίσεις για διάφορα άτομα –συχνά καταδικαστικές– σε ένα λεπτό. Αλλά εκείνοι που είχαν γνώσεις και κριτική απόσταση μπορούσαν να διακρίνουν αυτό που υπήρχε πίσω από τα άξεστα επιχειρήματα» (σελ.177). Αυτά είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά του που τον ακολούθησαν από τη στιγμή που ηγήθηκε του ναζιστικού κόμματος μέχρι την κατάληψη και την άσκηση εξουσίας και τον συνόδεψαν μέχρι τις τελευταίες μέρες της κατάρρευσης. Χαρακτηριστικά που δεν τού επέτρεψαν να αναπροσαρμόσει ακόμη και τις στρατιωτικές ανάγκες της χώρας, όπως του ζητούσαν οι στρατηγοί.
Αυτό το βιβλίο επιδιώκει, και το κατορθώνει, να αποδείξει ότι τίποτα δεν έγινε παρά τη θέληση του Χίτλερ. Ακόμη και εκεί που ο ίδιος έδειχνε μια δήθεν δυσαρέσκεια (Νύχτα των Κρυστάλλων, μποϋκοτάζ των εβραϊκών προϊόντων, ρυθμοί αποεβραιοποίησης των εβραϊκών περιουσιών) δεν ήταν παρά ένα παιγνίδι μοιράσματος ρόλων. Όλα ήταν στο πνεύμα τού «δουλεύοντας στη γραμμή του Φύρερ».
Ο Χίτλερ δεν ήταν ένας παράφρων αλλά ένα γέννημα θρέμμα της πλέον αντιανθρώπινης ιδεολογίας: του φυλετισμού. Ο Χίτλερ πίστευε σ’ αυτά που έλεγε. Η εξουσία που ήθελε δεν ήταν μόνο εξουσία για την εξουσία, εξουσία κενή περιεχομένου. Ήταν μια εξουσία μίσους και πολέμου. Χρειάζεται να διαβάζουμε βιβλία όπως αυτό, γιατί εδώ κατανοούμε τη διαφορά του φυλετισμού από οποιαδήποτε άλλη θεωρία, όπως ο κομμουνισμός, η οποία αν και είχε τα ίδια και χειρότερα πολλές φορές αποτελέσματα με αυτόν, δεν είχε την ίδια αφετηρία. Είναι διαφορετικοί οι ολοκληρωτισμοί που πηγάζουν από την υπερβολικά λανθασμένη ανάγνωση των ιδεών του Διαφωτισμού για την ισότητα, την ελευθερία, την πρόοδο και διαφορετικός ο ναζιστικός ολοκληρωτισμός που πηγάζει από τον φυλετισμό και τον ρατσισμό. Η θεωρία της ταύτισης των άκρων, όσο και δημοφιλής να είναι, δεν είναι παρά αποτέλεσμα μιας επίσης πολυεπίπεδης άγνοιας και ενός σύγχρονου φανατισμού.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και διδάκτωρ κοινωνιολογίας.
Απόσπασμα από το βιβλίο το οποίο μπορείτε να αγοράσετε εδώ.
«Ακόμα και στο τέλος του Χίτλερ υπήρξαν άτομα πρόθυμα να απαλλάξουν τον Χίτλερ, με τη δικαιολογία ότι δεν γνώριζε τις φρικαλεότητες που έγιναν στην Πολωνία και τη Ρωσία – και να επιρρίψουν τις ευθύνες στον Χίμλερ. Η λατρεία στο πρόσωπό του Φίρερ –η οποία δεν αποτελούσε αποκλειστικά και μόνο «προνόμιο» των εκατομμυρίων πιστών, αλλά κάλυπτε και τα συμφέροντα όλων όσοι κατείχαν και επιρροή, ακόμα και αν βαθιά μέσα τους ήταν επικριτικοί και δύσπιστοι– επέτρεψε στην εξουσία του Χίτλερ να αποτινάξει κάθε φραγμό και να καταστεί απόλυτη. Όταν έγινε αντιληπτό ότι ο δρόμος προς τα πλούτη ήταν ο δρόμος προς την ερείπωση, η προσωπική εξουσία του ηγέτη βρισκόταν πλέον εκτός ελέγχου» (σελ. 985).