Γιορτάζει σήμερα τα 70α γενέθλιά του ο σκληρός και ρομαντικός τροβαδούρος του ροκ εν ρολ Μπρους Σπρίνγκστην που του έκανε με τα τραγούδια του να παραμιλούν οι νέοι παγκοσμίως, στην δεκαετία του 1980.
Γεννήθηκε στοστο Long Branch του New Jersey και μεγάλωσε σε καθολική οικογένεια. Πήγε σε καθολικό σχολειο το οποίο υπήρξε δυσάρεστη εμπειρία. Η καθολική του ανατροφή όμως, έχει πει, ότι επηρέασε έντονα τη μουσική του, περισσότερο μάλιστα από την πολιτική του ιδεολογία. Η πίστη, του έχει δώσει μια πολύ δραστήρια πνευματική ζωή αλλά και μια πολύ δύσκολη σεξουαλική!
Από τα επτά του χρόνια εξέφρασε την επιθυμία να ασχοληθεί με τη μουσική, εμπνευσμένος από τον Elvis Presley τον οποίο παρακολούθησε στην εκπομπή “The Ed Sullivan Show”. Η μητέρα του, του αγόρασε στα 13 την πρώτη του κιθάρα αξίας 18 δολλαρίων και τρία χρόνια αργότερα πήρε δάνειο ώστε να του πάρει μια ακριβότερη Kent.
Οι σχέσεις του με τον πατέρα του δεν ήταν οι καλύτερες δυνατές και όπως έχει αναφέρει σε συνέντευξή του: «Όταν μεγάλωνα, υπήρχαν δύο πράγματα που δεν ήταν αποδεκτά στο σπίτι μου. Το ένα ήμουν εγώ και το άλλο η κιθάρα μου». Αυτό δε φάνηκε να τον επηρεάζει και πολύ, αφού έδειχνε σε όλους πως το σχολείο και οι σπουδές τον άφηναν αδιάφορο και πως προτεραιότητα του ήταν η τέχνη που αγαπούσε.
Στην τρίτη Γυμνασίου μπήκε σε δημόσιο σχολείο αλλά σύμφωνα με τους τότε καθηγητές του «ήταν μοναχικός, και το μόνο που ήθελε ήταν να παίζει την κιθάρα του». Δεν παραβρέθηκε καν στην τελετή αποφοίτησής του ενώ και το κολλέγιο το εγκατέλειψε πολύ σύντομα.
Το 1965 απευθύνθηκε στους αδελφούς Vinyard , οι οποίοι χρηματοδοτούσαν νεανικά συγκροτήματα της πόλης και τον βοήθησαν να γίνει κιθαρίστας και εν συνεχεία τραγουδιστής των
The Castile. Όταν κλήθηκε να υπηρετήσει στο Βιετνάμ, στα 18 του χρόνια, απέτυχε τελικά στις εξετάσεις, γεγονός που οφείλεται στην σε μεγάλο βαθμό σκόπιμη «τρελή» συμπεριφορά του και στην διάσειση που είχε υποστεί λίγες μέρες πριν σε ένα ατύχημα με τη μηχανή του. Έχοντας πια στη διάθεση του ένα χαρτί που τον χαρακτήριζε ακατάλληλο για να προσφέρει τις στρατιωτικές του υπηρεσίες, ήταν πλέον ελεύθερος να συνεχίσει την ενασχόληση του με τη μουσική με πλήρες ωράριο.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Springsteen περνά τον περισσότερο χρόνο του στο Asbury Park του New Jersey, παίζοντας με διάφορα σχήματα, δουλεύοντας την γρεζάτη βαρύτονη φωνή του, για την οποία θα γινόταν αργότερα διάσημος.
Σύντομα πραγματοποιεί εμφανίσεις με ένα τριμελές γκρουπ, τους Earth, παίζοντας σε club της περιοχής και την ίδια εποχή του κολλάνε και το παρατσούκλι “The Boss” λόγω της συνήθειας του, να εισπράττει τη νυχτερινή τους αμοιβή και να τη μοιράζει στους τρεις τους. Για δύο χρόνια σχηματίζει τους Steel Mill και μέσα από τις εμφανίσεις του συγκεντρώνει αρκετή φήμη.
Με το ντεμπούτο άλμπουμ, “Greetings from Asbury Park” που κυκλοφόρησε με μουσικούς του New Jersey, τους The E Street Band, το 1973, αρχίζει να κάνει μια πρώτη αίσθηση στο χώρο, με πολλούς να τον συγκρίνουν με τον Bob Dylan για τους εσωστρεφείς στίχους και το ποιητικό του ύφος.
Τον Αύγουστο του 1975, με το άλμπουμ “Born to run” έφτασε την 3η θέση του Billboard 200. Βασισμένο κατ’ εξοχήν στις New Jersey ρίζες του μουσικού, ο δίσκος πρόσφερε υψηλού επιπέδου κιθαριστική δουλειά, αστικό ρομαντισμό και ένα επαναστατικό πνεύμα που αμφισβήτησε το αμερικάνικο όνειρο.
Τρία χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το “Darkness on the Edge of Town” ένα άμπουμ σε πιο μελαγχολικό ύφος, με κομμάτια που έκαναν λόγο για την χαμένη αγάπη, την κατάθλιψη και την υπαρξιακή δυστυχία,
Το 1980, ο μουσικός αλλάζει μουσικό ύφος και του προσθέτει μπόλικα ροκ στοιχεία. Τέσσερα χρόνια αργότερα, κατακτά τον μουσικό κόσμο με το άλμπουμ “Born in the U.S.A.”. Το 1985 υνάντησε και παντρεύτηκε την ηθοποιό Julianne Phillips, αλλά ο γάμος τους γρήγορα άρχισε να καταρρέει κι εκείνος ξεκίνησε δεσμό με την τραγουδίστρια Patti Scialfa, που έκανε δεύτερα φωνητικά στους E Street Band.
Με την νέα του σύντροφο, παντρεύτηκαν το 1991 και απέκτησαν τρία παιδιά. Βαθιά επηρεασμένος από την γεμάτη συγκρούσεις ερωτική του ζωή και τον αποτυχημένο γάμο του, έγραψε και κυκλοφόρησε το 1987, το “Tunnel of Love”, που διαπραγματευόταν ζητήματα αγάπης, απώλειας, σύγχυσης και θλίψης. Δύο χρόνια αργότερα, διέλυσε τους E Street Band και εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του στην California.
Το πρώτο μισό της δεκαετίας των 90’s δέχθηκε σοβαρές επικρίσεις απ’ τους οπαδούς του και η επαγγελματική του καριέρα σημείωσε κάμψη. Άρχισε ν’ ανακτά το χαμένο έδαφος το 1995, με την κυκλοφορία του “The Ghost of Tom Joad” που ήταν περισσότερο μια κιθαριστική σόλο δουλειά.
Ξανασχημάτισε τους E Street Band, κάνοντας μια πετυχημένη περιοδεία μαζί τους και βγάζοντας και νέο δίσκο το 2002, το “The Rising”, που τον επανέφερε και πάλι γερά στα μουσικά πράγματα, Οι στίχοι του διαπραγματεύονταν τον πόνο, την οργή και την αγωνία από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001,
Παράλληλα με τη δημιουργία άλλων πέντε στούντιο άλμπουμ ως σήμερα, έχει ανακατευτεί με τα πολιτικά δρώμενα της χώρας του, συμμετέχοντας ενεργά στην προεκλογική εκστρατεία του Barack Obama το 2008.
Έχει κερδίσει πάμπολλα βραβεία για τη δουλειά του:20 βραβεία Γκράμι, 3 Χρυσές σφαίρες, ένα Οσκαρ. Το 1999 εισήχθη στο Rock n Roll Hal of Fame. Eχει πουλήσει περισσότερα από 65 εκατομμύρια άλμπουμ στις Ηνωμένες Πολιτείες και πάνω από 120 εκατομμύρια παγκοσμιως