Η διαχείριση των κόκκινων δανείων που έχουν σωρεύσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις πάσης φύσεως τείνει να μετατραπεί για την κυβέρνηση και την κοινωνία σε ναρκοπέδιο. Σύμφωνα με όσα διαρρέονται από τραπεζικές πηγές η περίοδος ελαστικής αντιμετώπισης των οφειλετών, τελειώνει μαζί με την περίοδο χάριτος.
Οι δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα προβλέπουν ότι μέχρι το τέλος του 2019 το ύψος των κόκκινων δανείων θα πρέπει να έχει μειωθεί κατά 40,2 δισ. ευρώ όταν από τις αρχές του 2010 έως και το Μάιο του 2017 όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΤτΕ οι τράπεζες έχουν διαγράψει δάνεια ύψους 12 δισ. ευρώ.
Μέχρι το τέλος του χρόνου εκτιμάται ότι θα καταγγελθούν από τα τραπεζικά ιδρύματα περίπου 100 με 120 χιλιάδες δάνεια, στεγαστικά, επαγγελματικά και καταναλωτικά ύψους 5 δισ. ευρώ.
Θα αφορούν κυρίως όσους έχουν αφήσει τα δάνειά τους να κοκκινίσουν για διάστημα άνω των 7 μηνών και οι οποίοι παρά τις οχλήσεις δεν προχωρούν σε κανενός είδους διακανονισμό με την τράπεζα.
Από τα στοιχεία προκύπτει πως εκτός από τα στεγαστικά που αποτελούν τη μεγάλη δεξαμενή κόκκινων δανείων και για τα οποία υφίσταται η αυξημένη προστασία του νόμου Κατσέλη ( φυσικά για όσους έχουν προσφύγει) τα επαγγελματικά δάνεια και τα δάνεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων κινδυνεύουν να σκάσουν.
“Κοκκινίζουν” 2 στα 3 δάνεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων
Σχεδόν τα 2 στα 3 δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων βρίσκονται στο… κόκκινο. Ή αλλιώς το 60% των δανείων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων βρίσκονται σε καθυστέρηση.
Στην ανησυχητική αυτή διαπίστωση οδηγούν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, ενώ σε ακόμη χειρότερη μοίρα βρίσκονται τα δάνεια των ελεύθερων επαγγελματιών, με το 70% αυτών να μην χρησιμοποιείται.
Ειδικότερα όπως δείχνουν τα στοιχεία της ΤτΕ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ανέρχονται σε ποσοστό 59, 9 % σε σύνολο δανείων 39,2 δισ. Ενω στις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες τα κόκκινα δάνεια φτάνουν το 67,2 σε σύνολο δανείων ύψους 25 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα οι μεγάλες επιχειρήσεις δείχνουν καλύτερο προφίλ καθώς σε σύνολο δανείων ύψους 51 δισ. τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι ποσοστό 51%.
Η διαχείριση των κόκκινων δανείων στις μεγάλες επιχειρήσεις σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη όσο κι αν ακούγεται παράδοξο είναι ευκολότερη καθώς υπάρχουν και περισσότερα εργαλεία ( πχ είσοδος στρατητικών επενδυτών) και περισσότερες εγγυήσεις.
Αντιθέτως τα δάνεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θεωρούνται τα πλέον επισφαλή. Και λόγο του μεγάλου όγκου οι τράπεζες επιδίδονται ήδη σε δειγματοληπτικούς ελέγχους για να διαπιστώσουν αν οι επιχειρήσεις αυτές έχουν περιθώρια σωτηρίας. Κοινή πάντως είναι η εκτίμηση ότι όλοι αυτοί οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες θα βρεθούν στο μάτι του κυκλώνα πρώτοι όταν προχωρήσει η εκκαθάριση των χαρτοφυλακίων των τραπεζών και η μεταβίβαση των δανείων στα ξένα funds.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ανάλυση των κλάδων με τα υψηλότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Στην πρώτη θέση βρίσκεται ο κλάδος της εστίασης με 76,3%, ακολουθεί η κλωστουφαντουργία με 75,5%, η βιομηχανία χάρτου, ξύλου με 67,1%, ο αγροτικός κλάδος με 62,7%, η μεταποίηση με 53,2%, οι κατασκευές με 52,8%, η διαχείριση ακίνητης περιουσίας με 50,3%, το εμπόριο με 46,6% και τα καταλύματα με 42,4%.
Τι αναφέρουν οι εκτιμήσεις
Οι εκτιμήσεις αναφέρουν πως ακόμη κι αν το 2017 κλείσει με καταγγελίες 120 χιλιάδων δανείων, στεγαστικών, καταναλωτικών και επαγγελματικών, ύψους 5 δισ. ευρώ περίπου, αυτές δεν θα είναι αρκετά για να κρατήσουν εντός των στόχων που έχει θέσει ο SSM τα πιστωτικά ιδρύματα.
Τα κόκκινα δάνεια και οι κίνδυνοι για την ασφάλεια του ευρωπαϊκού τραπεζικού οικοδομήματος μπαίνουν στο τραπέζι του Eurogroup την ερχόμενη Τρίτη.
Παρότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν στο 4,8% του συνόλου στην ΕΕ το πρώτο τρίμηνο του 2017, ξεπερνούν το 40% στην Ελλάδα και την Κύπρο, βρίσκονται στο 18,5% στην Πορτογαλία και στο 14,8% στην Ιταλία, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ).