Ο καταξιωμένος μουσικός της country Jackson Maine (Bradley Cooper) ανακαλύπτει και ερωτεύεται κεραυνοβόλα την άσημη και ταλαντούχα Ally (Lady Gaga). Εκείνη έχει αρχίσει να εγκαταλείπει το όνειρό της να γίνει μεγάλη τραγουδίστρια , μέχρι που ο Jack τη βάζει στο προσκήνιο. Όταν, όμως, η καριέρα της Ally απογειώνεται , η προσωπική πλευρά της σχέσης τους καταρρέει , καθώς ο Jack βρίσκεται να παλεύει με τους δικούς του δαίμονες.
Όταν ανοίγει η ταινία, βλέπουμε τον Jackson Maine να ετοιμάζεται να βγει στη σκηνή. Αλλά πρέπει να καταπιεί χάπια κατεβάζοντας γερές γουλιές αλκοόλ. Είναι μία δυσοίωνη ιεροτελεστία , αλλά η σύνδεση του με το κοινό και η ερμηνεία του είναι αφοπλιστική. Είναι ένας σταρ.
Την πρώτη φορά που ο Jack βλέπει την Ally , εκείνη ερμηνεύει το “La Vie En Rose” σε ένα μπαρ , όπου όλοι οι υπόλοιποι ερμηνευτές είναι drag queens. Ακόμα και η Ally , όμως , έχει μεταμορφωθεί για να ταιριάζει, όσο γίνεται. Αλλά η φωνή της ξεχωρίζει. Δεν κάνει lip syncing πάνω σε σπουδαίους τραγουδιστές , είναι από μόνη της μια σπουδαία τραγουδίστρια. Ο Jack ρουφάει τη φωνή της και αφοπλίζεται από τη δύναμη και την αγνότητα της. Της λέει πράγματα που δεν έχει πει σε κανέναν. Δεν είναι κάποιος που μιλάει και ξαφνικά της λέει τα πάντα. Μόλις έχουν βρεθεί , αλλά έχουν χημεία και συγχρονισμό και πέφτουν οι άμυνες τους. Στην πορεία, ανεβαίνουν πάλι , αλλά μετά πέφτουν.
Και κάπως έτσι ένα τσουνάμι από συναισθήματα πλημμυρίζουν την μεγάλη οθόνη για 135 ολόκληρα λεπτά στο σκηνοθετικό ντεμπούτο του τέσσερις φορές υποψήφιου για Όσκαρ Bradley Cooper (“American Sniper”, “American Hustle”, “Silver Linings Playbook”) , το επάξιο remake μιας κλασικής ιστορίας αγάπης που δίνει στην πολυβραβευμένη σταρ Lady Gaga τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο σε ταινία μεγάλου μήκους.
Ενα remake του οποίου η τύχη ήταν καταδικασμένη για πάνω απο δέκα χρόνια , με πρωτοκλασάτους σκηνοθέτες , ηθοποιούς και τραγουδιστές να έχουν συνδέσει το όνομά τους με αυτό το project. Ενα project που κουβαλά το δικό του κινηματογραφικό βάρος , με μια ιδιαίτερη ιστορία για όποιον το έπιανε στα χέρια του. Ευτυχώς -για το ίδιο- βρέθηκε στόν δρόμο του ένας ηδη πετυχημένος ηθοποιός , ο οποίος λαχταρούσε να βρεθεί -με το κατάλληλο υλικό- πίσω απο την κάμερα. Αυτός δεν είναι άλλος απο τον Bradley Cooper του οποίου το πάθος για (δύσκολα) κινηματογραφικά project είναι γνωστό απο την εποχή του American Sniper. Τότε , που όποια πόρτα και αν χτυπούσε αυτή του έκλεινε “στα μούτρα”. Μέχρι που μια τηλεφωνική επικοινωνία με τον Clint Eastwood ήταν αρκετή οχι μόνο να γυριστεί η ταινία , αλλά να τον φέρει μια ανάσα απο το πρώτο του Oscar. Το ίδιο , όμως , και μεγαλύτερο πάθος -πόσο μάλιστα που τώρα είναι και σκηνοθέτης- δείχνει και εδω ο Cooper.
Όπως αναφέραμε πιο πάνω , το συγκεκριμένο A Star is Born είναι το τέταρτο κατά σειρά remake με την version του George Cukor , απο το μακρινό 1954 , και πρωταγωνίστρια την εκπληκτική Judy Garland , να έχει το μεγαλύτερο συναισθηματικό βάρος. Και όμως , είναι τούτο που μοιράζεται το DNA της ταινίας του Cukor (ενω στυλιστικά φέρνει στήν ταινία του 1976 με τούς Kris Kristofferson και Barbra Streisand), με τον φακό του Cooper να αποτυπώνει την ψυχολογική και προδιαγεγραμμένη διαδρομή των ηρώων με ευαισθησία και αρτιότητα , ενω παράλληλα η επιτυχημένη και τολμηρή αυτή συνεργασία αποθεώνει την καλλιτεχνική αξία της ταινίας με τα πρωτότυπα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν ζωντανά στα γυρίσματα και φέρουν την υπογραφή των δύο πρωταγωνιστών σε συνεργασία με άλλους καλλιτέχνες.
Και τώρα η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου δολαρίων: Μπορεί (η Lady Gaga) στήν πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία να δείξει με πειστικότητα τον χαρακτήρα μιάς κανονικής και ανασφαλούς γυναίκας η οποία , αν και βαθιά σίγουρη για το ταλέντο της , να αφεθεί στήν φιλοσοφία του Maine που σκοπεύει να ενθαρρύνει την ανήσυχη ενζενί να εκτεθεί στα φώτα της δημοσιότητας , κυριολεκτικά και μεταφορικά; Η απάντηση είναι … ναι!
Η Lady δίνει μια “παράσταση” τόσο συναρπαστική και καλοφτιαγμένη , με μια νατουραλιστική φυσικότητα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον δημόσιο χαρακτήρα της. Βέβαια υπάρχουν και στιγμές όπου όταν η θεατρικότητα αναλαμβάνει , όταν βγαίνει “εκείνη” στο κοινό , o χαρακτήρας της Ally κάθεται στόν “πάγκο” και η Lady Gaga … αναδύεται. Πέρα όμως ακόμα και από αυτό , οι ζωντανές σκηνές μεταξύ των δυο πρωταγωνιστών είναι ηλεκτρικές , πιστές , αυθεντικές (ο Cooper και η Gaga συμφώνησαν να τραγουδήσουν ζωντανά στην ταινία , χωρίς lip-syncing) και δυναμικές. Ένα πραγματικά αξιοθαύμαστο κατόρθωμα τόσο απόδοσης όσο και κινηματογραφικής παραγωγής.
Και ναι … μπορεί η Gaga και ιδιαίτερα ο Cooper να σηκώνουν ολο το βάρος της ταινίας , το μεγάλο credit όμως πηγαίνει στο εξαιρετικό μοντάζ που έγινε από τον Jay Cassidy (Silver Lining Playbook, American Hustle) , ενω ο Matthew Libatique με την εντυπωσιακή φωτόγραφία του αιχμαλωτίζει τον κόσμο του Jack και της Ally.
Αν και το “αστέρι” του τίτλου είναι αναμφισβήτητα η Gaga , το αστέρι της ταινίας είναι αναμφισβήτητα ο Bradley Cooper. Κατεβάζει τον τόνο της φωνής του δυο οκτάβες και μας χαρίζει μια συγκρατημένη όσο και ηλεκτρισμένη ερμηνεία ως άνθρωπος παγιδευμένος στούς δαιμονές του και με εμφανή τα τραύματα που του άφησε η ζωη – ο θάνατος της μητέρας του , ο εθισμός του πατέρα του , η σχέση του με τον συνεργάτη και αδερφό του (ένας σπαρακτικός Sam Elliot) και η εκ γενετής εμβοή του.
Αφήνοντας το σημάδι του στη σύγχρονη εκδοχή αυτή της ιστορίας, ο Cooper προσπάθησε σκληρά (και τα κατάφερε) να κάνει κάτι που μιλάει για τη διαχρονική φύση των ανθρώπινων συναισθημάτων και αδυναμιών , στον κόσμο της μουσικής σήμερα , με τον φακό του να αιχμαλωτίζει κάθε βλέμμα και άγγιγμα. Και αυτό το λές και … επιτυχία.
Το A Star is Born , μπορεί να είναι remake , μπορεί να ήταν δύσκολος ο δρόμος του πρός την μεγάλη οθόνη , οι Cooper και Gaga όμως δίνουν στο υλικό φρεσκάδα , αυθεντικότητα και πάνω απ’ ολα … ψυχή , με ενα εξαιρετικό σκηνοθετικό ντεμπούτο από τον Bradley Cooper , απέναντι σε μια πολλά υποσχόμενη Lady Gaga που στέκεται στο ύψος των περιστάσεων με μία αβίαστη ερμηνεία.
Το A Star Is Born είναι ενα remake που μπορεί να πιάνει , τον σφυγμό , τον τόνο και το πνεύμα προηγούμενων ταινιών , χτίζει όμως το δικό του αυθεντικό μονοπάτι.
4/5