Αφού έσπασε τα ταμεία με την πρώτη ταινία, εκατομμύρια εισιτήρια και δισεκατομμύρια tacos αργότερα, και ενώ ο κόσμος μπορεί να είναι ένα διαφορετικό μέρος, ο Wade Wilson επιστρέφει ως ο πολυλογάς μισθοφόρος Deadpool, πιο αθυρόστομος, πιο ευλύγιστος, το ίδιο όμορφος, πολύ καλύτερος και σίγουρα πιο… σκληρός από ποτέ.
Η πρώτη ταινία, απέδειξε με τον καλύτερο τρόπο, ο οποίος μεταφράζεται σε 783 εκ. δολ. στο παγκόσμιο box office απο ενα budget 58 εκατομμυρίων, οτι οι λεγόμενες R-Rated ταινίες μπορούν να κάνουν την διαφορά. Η δεύτερη, τώρα και σε σκηνοθεσία David Leitch (η αλλιώς, ως ο σκηνοθέτης που σκότωσε το σκυλί του John Wick, αλλά και της “φουριόζας” Atomic Blonde), θα προσπαθήσει, αν και δεν το βλέπω δύσκολο, με όπλο τον “ζω και αναπνέω για αυτόν τον ρόλο” Ryan Reynolds να σας εντυπωσιάσει για μια ακόμη φορά.
Και αν νομίζετε ότι αυτή τη φορά ξέρετε τι να περιμένετε από μια ταινία που έχει πρωταγωνιστή τον μη μεταλλαγμένο σούπερ-ήρωα… νομίζετε λάθος! Γιατί το Deadpool 2 έρχεται για να φέρει σε μεγαλύτερο βαθμό όλα όσα συνηθίζουν οι περιπέτειες του είδους, παρουσιάζοντας ξανά τον ομώνυμο χαρακτήρα με τις θανάσιμες μεθόδους και την πιο εξωφρενική αίσθηση του χιούμορ σε όλο του το μεγαλείο.
Πρώην πράκτορας των Ειδικών Δυνάμεων και νυν μισθοφόρος που έμαθε ότι πάσχει από ανίατη ασθένεια και μην έχοντας άλλες επιλογές, εντάχθηκε σε ένα μη εγκεκριμένο πείραμα για να θεραπευθεί, ή τουλάχιστον έτσι του είπαν. Τα πράγματα όμως δεν πήγαν όπως περίμενε και το πείραμα τον άφησε παραμορφωμένο, αλλά και με την ικανότητα να θεραπεύεται πολύ γρήγορα. Οπλισμένος με νέες ικανότητες και με τη σκοτεινή, διεστραμμένη αίσθηση του χιούμορ που ήδη είχε, τη δημιουργική αφηγηματική ειρωνεία του, την ξέφρενη πορεία του στο κυνήγι του κακού, αλλά και το τολμηρό και ακομπλεξάριστο του υπερηρωικού χαρακτήρα του ο Deadpool έγινε το blockbuster που δεν περίμενε κανείς.
Τώρα όμως, όταν ένας σούπερ-στρατιώτης αναλαμβάνει μια αποστολή δολοφονίας, ο Deadpool αναγκάζεται να αναθεωρήσει τις αξίες του για τη φιλία, την οικογένεια και αυτό που πραγματικά σημαίνει να είσαι ήρωας – κι όλα αυτά ρίχνοντας 50 αποχρώσεις βρωμόξυλου. Γιατί, μερικές φορές, για να κάνεις το σωστό πρέπει να πολεμήσεις βρώμικα, ενω παράλληλα δεν βρίσκει καμία στιγμή ακατάλληλη για το σαρκαστικό του χιούμορ και τη γνώριμη συνήθειά του να απευθύνεται κατευθείαν στον θεατή, αναγνωρίζοντας ότι είναι ο πρωταγωνιστής σε μια ιστορία που εκείνος παρακολουθεί. Το γεγονός ότι ο Deadpool ξέρει ότι βρίσκεται σε κόμικ και το σχολιάζει αναλόγως, δίνει την ελευθερία στούς δημιουργούς αυτής της πέρα, για πέρα εξωφρενικής ιστορίας να πούν αυτό που θέλουν με έναν εντελώς ανορθόδοξο τρόπο, μπαίνοντας σε περιοχές στις οποίες καμία υπερ-ηρωική ταινία δεν έχει επιχειρήσει να μπει – ή δεν μπορεί καν να το επιχειρήσει.
Το σενάριο (που γράφτηκε από τον ίδιο τον Reynolds και τούς Rhett Reese & Paul Wernick) ξεκινάει να συμπληρώνει τα περιγράμματα ενός πραγματικού ηθικού τόξου και πατάει περίτεχνα στο δίπτυχο οικογένεια και φιλία, ζωντανεύει εκπληκτικές συναισθηματικές εκτροπές με τη χαρισματική αδιαφορία του Reynolds στον πυρήνα του και την εικόνα να κινείται από το αίματηρό της πρόσωπο ως στήν κολακευτική κωμωδία και το “δράμα”. Ναι, ναι το Deadpool 2 είναι… “καταθλιπτικό” για ενα μέρος της ταινίας, μια θαρραλέα επιλογή για ένα franchise που βασίζεται στούς δίδυμους πυλώνες της βίας και ακραίων αστείων. Στο τελευταίο δε μέρος, οι δημιουργοί περπατούν σε μια λεπτή γραμμή μεταξύ της πρώτης ταινίας, η οποία ήταν τόσο ξεχωριστή οσο και το ίδιο το σύμπαν του Deadpool και της δεύτερης η οποία ναι μεν, μας δείχνει ολα αυτά τα πράγματα που έκαναν τον Deadpool τόσο δημοφιλή, αν και ήταν φαινομενικά ανόητα και παράτολμα, δείχνουν όμως και μια καρδιά μπερδεμένη, πραγματικά γεμάτη προβλήματα και συναισθήματα, που εξακολουθεί να προσπαθεί να ξεφύγει για να φτάσει σε αυτό που κυνηγάει πραγματικά… που δεν είναι άλλο από την αγάπη.
O David Leitch, σκηνοθέτης των δυο ταινιών που προαναφέραμε και πρόσφατα της νέας περιπέτειας Hobbs and Shaw (spin-off του πετυχημένου franchise Fast and the Furious), βρέθηκε πίσω από το τιμόνι της σκηνοθεσίας και επιφορτίστηκε με την προσπάθεια να φέρει περισσότερα stunts, περισσότερο ύφος, περισσότερη δράση και φυσικά μεγαλύτερο ρυθμό. Κάτι που ομολογουμένως έλειπε απο την πρώτη ταινία του Tim Miller και του στοίχισε (μάλλον) την έξοδο του απο το project. Αυτό που εντέλει δημιούργησε ο Leitch ήταν αντάξιο της μέχρι τώρα φήμης του. Μια περιπέτεια με γρήγορους ρυθμούς, αλλά και μια “ακραία” κι ασυνήθιστη ιστορία πατρικής αγάπης. Απίστευτες σκηνές δράσης με έντονη βία και εκπληκτικές χορογραφίες, έξυπνο μοντάζ και τρομερή δουλειά με την κάμερα.
Πολυλογάς, νάρκισσος, προσβλητικός και ετοιμόλογος πάντα, ο Deadpool βρίσκει στον Reynolds την ιδανική ενσάρκωσή του, με αποτέλεσμα (και εδω) να είναι απολαυστικός σε κάθε σκηνή. Η άνεσή του, με ή χωρίς τη στολή, είναι εμφανής και οι ατάκες σαρκασμού και αυτοσαρκασμού δίνουν και παίρνουν. Πραγματικά ο ρόλος του ανήκει. Ο Josh Brolin ως Cable είναι εκρηκτικός και για άλλη μια φορά μας αποκαλύπτει την κωμική του πλευρά, ενω την παράσταση κλέβουν οι η Zazie Beetz ως Ντόμινο, μια σκληρή πολεμίστρια με την μοναδική της σούπερ δύναμη…. αυτή της τύχης. Είναι εξαιρετικά απρόβλεπτη εξαιτίας αυτής της δύναμής της, αλλά τρομερά αυστηρή και πειθαρχημένη, το ακριβώς αντίθετο του Deadpool δηλαδή και ο μόλις δεκατεσσάρων ετών Julian Dennison ως Rusell, αγαπημένος για την ερμηνεία του στην ταινία Hunt for the Wilderpeople. Οι δυνάμεις του είναι μια επέκταση του εαυτού του, είναι ο τρόπος με τον οποίο μιλάει, ειδικά όταν είναι γεμάτος οργή. Και η αλήθεια είναι πως στην ταινία είναι γεμάτος οργή.
Πιο αστείο, πιο “βρώμικο”, με καταπληκτικές ποπ και κόμικ αναφορές και με την καλύτερη post-credit σκηνή που (σίγουρα δεν) έχετε δει, ο Deadpool, το “άτακτο” παιδί των X-Men παίζει μπάλλα στο γήπεδό τους… και τούς νικάει, ενω παράλληλα ο David Leitch φτιάχνει μια ταινία χωρίς φρένα, μια ιδιαίτερη ταινία βασισμένη σε ένα ιδιαίτερο κόμικ. Θα λέγαμε απλά ότι είναι το τέλειο sequel που ξεπερνά το πρωτότυπο, αλλά όπως λέει και ο Deadpool: “That’s just lazy writing.”
4/5