Δραματικές μειώσεις και περιορισμούς φέρνουν τα πέντε «ψαλίδια» στις συντάξεις χηρείας που ισχύουν για θανάτους ασφαλισμένων και συνταξιούχων μετά τις 12 Μαΐου με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου.
Αυτό διαπιστώνει ο πρόεδρος του Ενιαίου Δικτύου Συνταξιούχων Ν. Χατζόπουλος κωδικοποιώντας το νέο καθεστώς που, όπως σημειώνει, «οδηγούν στο περιθώριο της φτώχειας μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού».
Οι 5 βασικές αλλαγές στις συντάξεις χηρείας (με μόνες εξαιρέσεις αν ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα, αν γεννηθεί παιδί κατά τη διάρκεια του γάμου ή η χήρα τελεί σε εγκυμοσύνη) είναι:
[1] Η θέσπιση ορίου ηλικίας στα 55 έτη του επιζώντος συζύγου για τη θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδότησης λόγω θανάτου με τις εξής υποπεριπτώσεις.
- Αν ο επιζών σύζυγος δεν έχει συμπληρώσει τα 55 την ημερομηνία θανάτου, χορηγείται σύνταξη για μία τριετία και εάν το 55ο έτος συμπληρώνεται εντός αυτής της τριετίας, τότε η σύνταξη επαναχορηγείται στα 67 δια βίου. Αν το 55ο έτος της ηλικίας δεν συμπληρώνεται εντός της τριετίας, μετά τη λήξη της η σύνταξη διακόπτεται και δεν επαναχορηγείται. Εάν, ωστόσο, η χήρα ή ο χήρος έχουν άγαμα και ανήλικα παιδιά έως 18 ετών ή έως 24 ετών, εφόσον αυτά σπουδάζουν, η σύνταξη χηρείας συνεχίζει να καταβάλλεται και μετά την πάροδο της τριετίας, ανεξαρτήτως ηλικιακού ορίου, στον επιζώντα σύζυγο. Δηλαδή αν η χήρα έχει ανήλικα παιδιά ή παιδιά σπουδαστές έως 24 ετών, δεν χάνει τη σύνταξη, ακόμη κι αν είναι αρκετά μικρότερη από 55. Αντίθετα συνεχίζει να την εισπράττει όσο τα παιδιά είναι ανήλικα ή κάτω των 24, εφόσον σπουδάζουν. Αν προλάβει, μάλιστα, να συμπληρώσει τα 55 πριν τα παιδιά ενηλικιωθούν ή πριν τελειώσουν τις σπουδές τους, τότε θα χάσει προσωρινά τη σύνταξη όταν τα παιδιά γίνουν 18 ή 24, αλλά θα την ξαναπάρει δια βίου στα 67. Το ίδιο συμβαίνει και όταν τα παιδιά είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε εργασία ή ο επιζών σύζυγος είναι ανίκανος για κάθε εργασία με ποσοστό 67% και άνω. Η ανικανότητα εξετάζεται εάν υπάρχει κατά τον χρόνο θανάτου και όχι μεταγενέστερα αυτού. Αν δηλαδή το παιδί ή η χήρα καταστούν ανίκανοι για εργασία μετά τον θάνατο, δεν μετράει η ανικανότητα ως προϋπόθεση για τη σύνταξη.
[2] Ο θανών ασφαλισμένος πρέπει, κατά τον χρόνο θανάτου, να έχει συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, πλήρους ή μειωμένης. Εδώ υπάρχει δυσμενής αλλαγή για τους «παλαιούς» ασφαλισμένους (πριν από το 1993) για τους οποίους διπλασιάζονται οι απαιτούμενες ημέρες ασφάλισης εντός της τελευταίας 5ετίας. Ο θανών έπρεπε να είχε 1.500 ημέρες ασφάλισης, εκ των οποίων 300 την τελευταία 5ετία, ενώ τώρα απαιτούνται 1.500 ημέρες, εκ των οποίων 600 την τελευταία 5ετία.
[3] Ο επιζών λαμβάνει το 50% της σύνταξης του θανόντος ενώ έπαιρνε, στις περισσότερες περιπτώσεις, το 70%. Αν ο θανών ήταν συνταξιούχος, η σύνταξή του επανυπολογίζεται με τον νέο τρόπο (εθνική και αναλογική) και η χήρα παίρνει το 50% της νέας σύνταξης. Το ποσό αυτό ισχύει για την πρώτη τριετία. Μετά τα τρία χρόνια, αν δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει δική της σύνταξη, θα συνεχίσει να παίρνει το ίδιο ποσό, εφόσον έχει τις ηλικιακές προϋποθέσεις. Αν εργάζεται ή παίρνει δική της σύνταξη, η σύνταξη χηρείας περιορίζεται στο 50%.
[4] Ισχύει ελάχιστο όριο έγγαμης συμβίωσης τα 5 έτη που θα πρέπει να έχουν συμπληρωθεί μέχρι την ημερομηνία θανάτου. Η αλλαγή αφορά σε θάνατο ασφαλισμένου και υπάρχει αύξηση καθώς απαιτούνταν 3 χρόνια.
[5] Αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης και το ύψος συναρτάται πλέον με τη διάρκεια του έγγαμου βίου και τη διαφορά της ηλικίας του θανόντος με τον επιζώντα σύζυγο.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Άνδρας έγγαμος, χωρίς παιδιά, με 35 έτη ασφάλισης συνταξιοδοτήθηκε με πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος από το ΙΚΑ την 1/2/2011 με σύνταξη 1.000 ευρώ και πεθαίνει την 20/9/2019. Μετά τον επανυπολογισμό, η σύνταξή του θα είναι 900 ευρώ (εθνική σύνταξη 384 ευρώ + ανταποδοτική 516 ευρώ) και η επιζώσα σύζυγος, αν έχει την ηλικία, θα λάβει σύνταξη χηρείας 450 ευρώ. Ασφαλισμένος που δικαιούται σύνταξη 1.661,45 ευρώ με βάση 37 έτη ασφάλισης και την 28η ασφαλιστική κλάση του ΙΚΑ, σε περίπτωση θανάτου του, η χήρα θα ελάμβανε με το παλιό καθεστώς για τα πρώτα 3 χρόνια 1.163,01 ευρώ το μήνα. Με τον νέο τρόπο υπολογισμού, κι αν ο θάνατος συμβεί εντός του 2017, η σύνταξη χηρείας πέφτει στα 819,67ευρώ για τα πρώτα τρία έτη. Μετά την 3ετία, αν η χήρα είναι 54 ετών και δεν έχει παιδιά ή τα παιδιά της είναι ενήλικα και δεν σπουδάζουν, χάνει δια βίου τη σύνταξη.
Δυσμενείς αλλαγές
Ο θανών ασφαλισμένος πρέπει, κατά τον χρόνο θανάτου, να έχει συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, πλήρους ή μειωμένης. Εδώ υπάρχει δυσμενής αλλαγή για τους «παλαιούς» ασφαλισμένους (πριν από το 1993) για τους οποίους διπλασιάζονται οι απαιτούμενες ημέρες ασφάλισης εντός της τελευταίας πενταετίας.
Ελάχιστο όριο
Ελάχιστο όριο έγγαμης συμβίωσης τα πέντε έτη που θα πρέπει να έχουν συμπληρωθεί μέχρι την ημερομηνία θανάτου. Η αλλαγή αφορά σε θάνατο ασφαλισμένου και υπάρχει αύξηση καθώς απαιτούνταν τρία χρόνια.