Οι ταινίες της εβδομάδας (11/01/2018 – 17/01/2018)

Με γεμάτη τη φαρέτρα του, ξεκινάει η δεύτερη κινηματογραφική του Ιανουαρίου, με επτά, και πολύ ενδιαφέρουσες, νέες ταινίες για ολα τα γούστα.

Την παράσταση κλέβει η νεα ταινία του αειθαλούς Steven Spielberg, The Post, με την Meryl Streep και τον Tom Hanks να αποκαλύπτουν κρατικά μυστικά, ενω ο Todd Haynes μας βάζει Στο Δωμάτιο των Θαυμάτων. Ο Liam Neeson, βάζει τα “καλά” του και μπλέκεται στα δίχτυα μιάς θανάσιμης συνωμοσίας, στο περιπετειώδες θρίλερ, The Commuter και οι Dwayne Johnson και Jack Black μπαίνουν σε περιπέτειες, στήν συνέχεια της κλασικής οικογενειακής περιπέτειας του 1995 Jumanji. Για φινάλε έχουμε τον Διπλό Εραστή, το τολμηρό ερωτικό θρίλερ του François Ozon, το βρετανικό γκέι δράμα God’s Own Country και το σινεφίλ δράμα της Valeska Grisebach, Western.

 

Ας δούμε όμως αναλυτικά τις νέες ταινίες της εβδομάδας:

 

The Post

 

Υπόθεση: Η αληθινή ιστορία της Κάθριν Γκράχαμ και του Μπεν Μπράντλι, της εκδότριας και του διευθυντή της «Washington Post» αντίστοιχα, οι οποίοι, όταν το 1971 έφτασαν στα χέρια τους απόρρητα κυβερνητικά μυστικά σχετικά με τον πόλεμο του Βιετνάμ (τα γνωστά και ως «Pentagon Papers»), βρέθηκαν απέναντι σε ένα οριακό επαγγελματικό και ηθικό δίλημμα που αφορούσε το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας.

 

Άποψη: Δείτε την αναλυτική κριτική της ταινίας εδω

 

L’ Amant Double (Ο Διπλός Εραστής)

 

Υπόθεση: Η Chloé (Marine Vacth), μια ευάλωτη νεαρή γυναίκα με καταθλιπτικές τάσεις, αρχίζει ψυχοθεραπεία και ερωτεύεται τον ψυχίατρο της Paul (Jérémie Renier). Μερικούς μήνες αργότερα μετακομίζουν στο ίδιο σπίτι και σύντομα ανακαλύπτει ότι ο εραστής της κρύβει την πραγματική του ταυτότητα.

Άποψη: Απο το πρώτο πλάνο, του αιδοίου της πρωταγωνίστριας που καταλήγει σε ενα μεγάλο…. μάτι, καταλαβαίνουμε τις προθέσεις του Ozon, ένoς γνήσιου Γάλλου δημιουργού, ο οποίος εδω, προσπερνά τις αναστολές του αμερικάνικου σινεμά και μας δίνει ένα μεστό ερωτικό θρίλερ με αποχρώσεις ηδονοβλεψίας και εκλεπτυσμένης διαστροφής, φόντο το -πάντα γόνιμο έδαφος για ιστορίες πάθους- Παρίσι, βασισμένο στο βιβλίο Lives of twins του 1987 της Τζόις Κάρολ Όουτς.

Μέσα όμως σε αυτό το ατμοσφαιρικό και γεμάτο φαντασιώσεις παιχνίδι, ο Ozon, χάνεται μέσα στίς συνεχείς σεναριακές ανατροπές και παρ ‘ολη την σκηνοθετική του δεξιοτεχνία το ολο έργο “βγαίνει απο τις ράγες του”.

1,5/5

 

 

Wonderstruck

 

Υπόθεση: Σε δύο ξεχωριστές ιστορίες από διαφορετικές εποχές, ένα κωφάλαλο κορίτσι και ένα κωφό αγόρι φεύγουν από το σπίτι τους και με διαφορά 50 χρόνων καταφεύγουν στη Νέα Υόρκη, όπου και βιώνουν αναπάντεχες εμπειρίες και συναντούν μοναδικούς ανθρώπους.

Άποψη: Ο Todd Hayes, ένας απο τούς πιο στιλιζαρισμένους σκηνοθέτες, με υπέροχες κινηματογραφικές δουλιές (Velvet Goldmine, Ο Παράδεισος Είναι Μακριά, I Am Not There μέχρι και το πρόσφατο Carol), βασίζεται στο εικονογραφημένο εφηβικό μυθιστόρημα Μπράιαν Σέλζνικ (όπως και o Martin Scorsese με τον Hugo του) και δημιουργεί ένα αριστουργηματικό εικαστικά, αλλά αδύναμο δραματουργικά παραμύθι.

Το βιβλίο αφηγείται δύο παράλληλες ιστορίες, αυτές του 1927 και 1977. Δυο παράλληλες ιστορίες, η μια ενός κωφού εκ γενετής κοριτσιού, της Ρόουζ, που αναζητάει την ηθοποιό μητέρα του στην Νέα Υόρκη, και η δεύτερη ενός κωφού από ατύχημα αγοριού, του Μπεν, που αφήνει την μικρή του πόλη για να βρει τον πατέρα του την ξέφρενη κι απελευθερωμένη δεκαετία του ’70. O Heyns επιλέγει να κινηματογραφήσει την ιστορία της Ρόουζ με την “αποστειρωμένη” αλλά αρκετά πειστική ασπρόμαυρη φωτογραφία του Edward Lachmann, ντυμένη με την υπέροχη μουσική του Carter Burwell και του Μπέν σε συνδιασμό πορτοκαλί – καφέ, χαρακτηριστικά χρώματα των ’70s.

Ο Haynes, όμως, “τυφλωμένος” απο την μαεστρική κινηματογράφηση του, δεν θα δώσει την απαραίτητη βάση στο σενάριο, που δυστυχώς δεν τον βοηθάει καθόλου σε αυτή την περιπέτεια ενηλικίωσης και θαυμάτων που θέλει να οδηγήσει τους ήρωές του, με την ταινία να αργεί χαρακτηριστικά να αποκτήσει ενδιαφέρον και το παραμυθένιο ταξίδι στο Δωμάτιο των Θαυμάτων, θα μείνει κλειδωμένο μέσα του.

2/5

 

 

Jumanji: Welcome to the jungle

Υπόθεση: Στην ολοκαίνουργια περιπέτεια Jumanji: Καλώσήρθατε στη Ζούγκλα, οι όροι αντιστρέφονται καθώς τέσσερις έφηβοι “επισκέπτονται” κατά λάθος τον κόσμο του Jumanji. Όταν τέσσερα γυμνασιόπαιδα ανακαλύπτουν μια παλιά κονσόλα για βιντεοπαιχνίδια με έναν τίτλο video game που δεν έχουν ακούσει ποτέ έως τότε – Jumanji – και αμέσως μεταφέρονται στην καρδιά της ζούγκλας του παιχνιδιού. Εκεί γίνονται κυριολεκτικά τα avatars που επέλεξαν: ο παίκτης Spencer γίνεται ένας αδίστακτος τυχοδιώκτης (Dwayne Johnson ); ο ποδοσφαιριστής Fridge χάνει “τα δύο καλύτερα πόδια του σώματός του” και γίνεται ένας Αϊνστάιν (Kevin Hart); η δημοφιλής Bethany γίνεται ένας μεσήλικας καθηγητής (Jack Black); και η συνεσταλμένη Martha γίνεται ένας σκληρός πολεμιστής (Karen Gillan). Αυτό που ανακαλύπτουν είναι ότι δεν παίζουν απλά το Jumanji – πρέπει να επιζήσουν από αυτό. Προκειμένου να νικήσουν το παιχνίδι και να επιστρέψουν στον πραγματικό κόσμο, θα πρέπει να επιβιώσουν μέσα από την πιο επικίνδυνη περιπέτεια της ζωής τους, ή να παραμείνουν κολλημένοι και φυλακισμένοι στο παιχνίδι για πάντα…

 

Άποψη: Δείτε την αναλυτική κριτική της ταινίας εδω

 

The Commuter

Υπόθεση: Ο Μάικλ ΜακΚόλει είναι μάνατζερ σε μία απρόσωπη ασφαλιστική εταιρία και ζει με την σύζυγό του και τον γιό τους σε ένα προάστιο της Νέας Υόρκης. Όπως τόσοι άλλοι σκληρά εργαζόμενοι οικογενειάρχες αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με τον γιο του να είναι έτοιμος να ξεκινήσει τις σπουδές του στο κολέγιο. Ξαφνικά μία μέρα η κατάσταση του γίνεται ακόμα πιο δύσκολη, πάει στην δουλεία του και του ανακοινώνουν ότι απολύεται. Παρόλα αυτά, αυτό δεν είναι το μόνο γεγονός που θα του χαλάσει το βράδυ. Στην συνήθη διαδρομή με το τρένο επιστρέφοντας σπίτι του, μια επιβάτης κάθεται απέναντι του , του συστήνεται ως Τζοάνα και του κάνει μία δελεαστική πρόταση: να βρει ποιος επιβάτης του τρένου δεν είναι τακτικός, με ανταμοιβή ένα απίστευτο οικονομικό έπαθλο. Μία εύκολή δουλειά θα έλεγε κάποιος. Όχι όμως για έναν πρώην αστυνομικό που έχει ισχυρή ηθική συνείδηση.O Μάικλ δέχεται να βρει τον «ύποπτο» ανάμεσα στο πλήθος των επιβατών χρησιμοποιώντας το μυαλό και το ταλέντο του στο να αποκαλύπτει ταυτότητες. Σύντομα όμως καταλαβαίνει ότι βρίσκεται στο κέντρο μιας θανάσιμης συνωμοσίας που θα καταλήξει στην δολοφονία όλων όσων βρίσκονται στο τρένο ενώ αυτός είναι ο μόνος που μπορεί να το αποτρέψει. Ο χρόνος κυλά αντίστροφα και ο Μάικλ προσπαθεί να στηριχθεί στους τακτικούς συνεπιβάτες του που γνωρίζει χρόνια προσπαθώντας ταυτόχρονα να παγιδέψει τους δολοφόνους, να αποκαλύψει την συνωμοσία και το τρένο με τους επιβάτες να φθάσει σώο και ασφαλές στο τέρμα.

Άποψη: Γράφει ο Γιάννης Παναγούλιας…

Τέταρτη συνεργασία για το δίδυμο Jaume Collet-Serra – Liam Neeson (έχουν προηγηθεί τα «Non – Stop», «Unknown», «Run All Night»), σχέση που μοιάζει στις μέρες μας, να δοκιμάζει της δεξιότητες και αντοχές του γερόλυκου πρωταγωνιστή μας.

Η πλοκή θέλει τον ήρωα να προσπαθεί να λύσει ενα ακόμα εξωπραγματικό γρίφο – πλεκτάνη, ενορχηστρωμένη κατα τέτοιο τρόπο, ώστε καθε άλλη επιλογή πέρα απο την συμμετοχή του να μοιάζει αδύνατη. Το «συμπιεσμένο» περιβάλλον ενός τρένου που καθημερινά μεταφέρει τους επιβάτες του απο τα προάστια στο κέντρο της πόλης, μοιάζει ιδανικό σκηνικό, αφου ουσιαστικά οριοθετεί τους χώρους δράσης, επιδιώκοντας να συντηρήσει το σπονδυλωτό σασπένς, υπερασπιζόμενο το ύφος που θέλει τα γεγονότα να εξελίσσονται σε… πραγματικό χρόνο.

Η διαδρομή του «The commuter» δεν κρύβει εκπλήξεις. Κάθε «στάση» του μοιάζει γνώριμη στο θεατή που με τη σειρά του θα βρει πάμπολλες αναφορές απο υλικό του παρελθόντος. Επιπροσθέτως, σε προηγούμενες εκδοχές των περιπετειών του συγκεκριμένου χαρακτήρα, το τελευταίο που θα σε ενδιέφερε ήταν το αν το σενάριο θα ανταπεξέλθει στις ιδιαίτερες ικανότητες του. Εδώ, ο Neeson δείχνει το πρώτα, διακριτικά, σημάδια υποκριτικής κόπωσης (με τα physics του Ιρλανδού να ακολουθούν, όταν η εξαιρετικά γερασμένη όψη του στην πρεμιέρας της ταινίας, έκανε τους θαυμαστές του να εκφράζουν έντονα την ανησυχία τους). Ίσως τελικά έφτασε και για τον 65χρονο εκείνη η στιγμή να αναφωνήσει … I am too old for this shit!

2/5

 

 

Western

Υπόθεση: Στα σύνορα της Βουλγαρίας με την Ελλάδα, μια ομάδα Γερμανών εργατών έρχεται να χτίσει ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο και να κάνει «έργα υποδομής» όπως λέει ο εργοδηγός στους ντόπιους. Η έλλειψη επικοινωνίας  λόγω διαφορετικής γλώσσας και κουλτούρας ανάμεσα στους Δυτικούς και τους Βαλκάνιους, δημιουργούν αυτομάτως δυσπιστία. Όμως ανάλογη δυσπιστία υπάρχει και ανάμεσα στην ομάδα των Γερμανών, με την «εξουσία» του μάτσο εργοδηγού Βίνσεντ να απειλείται από τη σιωπηλή δύναμη του πενηντάρη Μέιναρντ, νεοφερμένου στο γκρουπ και υπερβολικά πρόθυμου να χτίσει σχέσεις με τους ντόπιους.

Άποψη: Με την τρίτη ταινία της Γουέστερν, η Γκρίζεμπαχ (με συμμετοχή στο σενάριο του Τόνι Έρντμαν της Μάρεν Άντε, η οποία εδώ εκτελεί χρέη παραγωγού) επιχειρεί ένα ευφυές ταξίδι στην καρδιά της σημερινής Ευρώπης και του κυρίαρχου ρόλου της Γερμανίας μέσα από την ιστορία μιας ομάδας Γερμανών εργατών που αναλαμβάνουν ένα έργο στα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα και σύντομα βλέπουν την ένταση με τους ντόπιους να ανεβαίνει καθώς η Ιστορία και το παρελθόν ρίχνουν τη δική τους σκιά στο σήμερα.
Παίζοντας πανέξυπνα με τους κώδικες του αμερικανικού γουέστερν με τα Βαλκάνια να παίζουν το ρόλο μιας νέας «Άγριας Ανατολής» και με όχημα το υπαρξιακό ταξίδι του κεντρικού μοναχικού ήρωά της Μάινχαρντ, η Γκρίζεμπαχ καταθέτει όχι μόνο ένα σχόλιο για το αβέβαιο μέλλον της Γηραιάς Ηπείρου που μοιάζει διαιρεμένη όσο ποτέ άλλοτε, αλλά και μια συγκινητική ιστορία για την ανθρώπινη ανάγκη να ανήκουμε κάπου.
Με μια υπέροχα συγκρατημένη σκηνοθεσία, που κινείται σε αργούς ρυθμούς, η Γκρίζεμπαχ ζωντανεύει αυτό το μοντέρνο σενάριο και οριοθετεί τους τρόπους με τους οποίους η εξουσία και τα προνόμια έρχονται υποσυνείδητα στην επιφάνεια, μετατρέποντας μια πρωτοβουλία για την κατασκευή υποδομών σε μια σύγκρουση πολιτισμών.
2,5/5  

 

 

God’s Own Country

Υπόθεση: Σε μια φάρμα στο Γιόρκσαϊρ, ένας απομονωμένος νεαρός κτηνοτρόφος κάνει ό,τι μπορεί για να στεριώσει το μέρος στο οποίο αφιέρωσε ο πατέρας του όλη του τη ζωή. Πνίγει συστηματικά τις καθημερινές του απογοητεύσεις στο ποτό κι επιδίδεται σε περιστασιακό σεξ με άλλους άνδρες, ώσπου η άφιξη ενός Ρουμάνου μετανάστη και εποχικού εργάτη τού αποκαλύπτει κάτι πρωτόγνωρο. Το σκληρό τοπίο του βορρά της Βρετανίας καθρεφτίζει την αγωνία των ανθρώπων που εκτονώνουν κάθε επιθυμία τους στην επίπονη σωματική εργασία, μέχρι η γενναιοδωρία της φύσης να δώσει έδαφος στα ανείπωτα συναισθήματα.

Άποψη: Χαρακτηρίζεται (ηδη), ως το βρετανικό Brokeback Mountain, είναι μέσα στίς 30 καλύτερες ταινίες με σημαντικά βραβεία σε πολλά φεστιβάλ, ενω κέρδισε και μια υποψηφιότητα για BAFTA.