Μπορεί η τιμή αναφοράς του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, όπως αποτυπώνεται από τις τιμές του ολλανδικού δείκτη TTF (Title Transfer Facility) να παραμείνει κάτω από τα 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα μέσα στο χειμώνα;
Η απάντηση είναι σύνθετη και έχει να κάνει με την λειτουργία της ίδιας της αγοράς.
Το TTF μετά από συνεχή ανοδική πορεία από το δεύτερο εξάμηνο του 2021, εκτοξεύθηκε πάνω από τα 345 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον Αύγουστο του 2022 και στη συνέχεια σημείωσε ταχεία αποκλιμάκωση, υποχωρώντας περίπου στα 97 ευρώ ανά μεγαβατώρα στις χθεσινές συναλλαγές.
Στο τελευταίο τρίμηνο οι διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου κυμαίνονται στο μέσο επίπεδο των 125 ευρώ ανά μεγαβατώρα, παραμένοντας πενταπλάσιες του μέσου όρου της περιόδου 2019-2021 (περίπου 25 ευρώ).
Δεδομένου του τρόπου με τον οποίο είναι σχεδιασμένη η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, το φυσικό αέριο, αν και αντιπροσωπεύει περίπου το 15% του μίγματος ενέργειας για την ηλεκτροπαραγωγή στην Ευρώπη, εξακολουθεί να διαμορφώνει την τιμή εκκαθάρισης αγοράς (πρώην οριακή τιμή συστήματος), καθώς η πυρηνική ενέργεια και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) έχουν πολύ χαμηλότερο συνολικό σταθμισμένο κόστος.
H υπερβολική άνοδος της τιμής του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, όπως αποτυπώνεται στις τιμές των συμβολαίων TTF, αντανακλά εκτός από τα θεμελιώδη μεγέθη της αγοράς και χρηματοοικονομικούς παράγοντες, όπως τα ασφάλιστρα κινδύνων των αντισυμβαλλομένων.
Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η παρατήρηση ότι η εξέλιξη της τιμής του TTF παρουσίασε σημαντική απόκλιση προς τα κάτω σε σχέση με τα ασφάλιστρα κινδύνου των μεγάλων ευρωπαϊκών εταιριών ενέργειας, αφότου ορισμένες χώρες της ΕΕ παρείχαν κρατική στήριξη σε εγχώριες εταιρίες ενέργειας είτε με τη μορφή εγγυήσεων και παροχής ρευστότητας είτε με τη διάσωση των εταιριών αυτών. Προς την ίδια κατεύθυνση αποκλιμάκωσης της τιμής του TTF συνέβαλε η συζήτηση για θεσμικές παρεμβάσεις της ΕΕ στην αγορά ενέργειας, η οποία κατέληξε στην επιβολή πλαφόν 180 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Η αβεβαιότητα σχετικά με τις τιμές του φυσικού αερίου μεσοπρόθεσμα παραμένει υψηλή, επηρεάζοντας τόσο τις χρηματιστηριακές εξελίξεις όσο και την άσκηση πολιτική.
Η κρατική στήριξη μέσω της παροχής ρευστότητας ή άλλων μορφών ενίσχυσης καθώς και η απόφαση της ΕΕ για εφαρμογή ενός δυναμικού διαδρόμου τιμών σε συνδυασμό με τη συζήτηση για επιβολή ανώτατης τιμής στο φυσικό αέριο είχαν θετική επίδραση στην αποτίμηση των κινδύνων και των λοιπών χρηματοοικονομικών –αποσυνδεδεμένων από την προσφορά και τη ζήτηση– παραγόντων, με αποτέλεσμα τη μείωση της τιμής του φυσικού αερίου.
Αν λοιπόν η ΕΕ έχει πειστικές απαντήσεις έναντι των κερδοσκόπων και ειδικά εάν αφεθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να διαμορφώνουν την τιμή εκκαθάρισης αγοράς τότε η τιμή του φυσικού αερίου θα υποχωρήσει ξανά, ανεξαρτήτως της έκβασης του πολέμου στην Ουκρανία.