Το ζήτημα της έμφυλης και σεξουαλικής ταυτότητας τις τελευταίες δεκαετίες έχει αποτελέσει αντικείμενο έρευνας σε αρκετά επιστημονικά πεδία, όπως αυτά της ανθρωπολογίας, της κοινωνιολογίας, της πολιτικής επιστήμης, της κοινωνιοβιολογίας και της ψυχολογίας (Θάνος & Μπούνα, 2015).
Στις περισσότερες κοινωνίες, ο βασικός διαχωρισμός των έμφυλων συμπεριφορών αφορά το βιολογικό δίπολο άντρας και γυναίκα, οι οποίες ευθυγραμμίζονται με βάση το κοινωνικό φύλο. Ο όρος του κοινωνικού φύλου χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις κοινωνικές κατηγορίες της «αρρενωπότητας» και της «θηλυκότητας», δηλαδή τα χαρακτηριστικά και τη συμπεριφορά/ρόλοι που αποδίδονται σε κάθε άτομο (Turner, 1998).
Δίπολα, λοιπόν, σχετικά με τον ρόλο και την ταυτότητα των γυναικών, καθώς και ηγεμονικά «καθεστώτα αλήθειας» δεν κατάφεραν να αποδομηθούν και συνεχίζουν, ακόμη και σήμερα, να τοποθετούν πολλές φορές τη γυναίκα σε υποδεέστερη θέση από αυτή των αντρών. Πράγματι, έμφυλα στερεότυπα αναπαράγονται, νομιμοποιούνται και φυσικοποιούνται καθημερινά στο πλαίσιο πλήθους συζητήσεων, μεταφέροντας κυρίαρχους λόγους και εικόνες (Μπακαλάκη, 1997). Ταυτόχρονα μοιάζουν να βρίσκονται τόσο βαθιά μέσα μας, που είναι πολύ δύσκολο να τα αναγνωρίσουμε και ακόμη πιο δύσκολο να τα αποδομήσουμε.
Η ταυτότητα φύλου εμφανίζεται ήδη στις αρχές της παιδικής ηλικίας (Κογκίδου, 2015), όμως η ταυτότητα φύλου δεν καθορίζει τη σεξουαλική έλξη ούτε η σεξουαλική έλξη την ταυτότητα φύλου (Balthazart, 2016). Όλες οι κοινωνιολογικές προσεγγίσεις επισημαίνουν τον ρόλο της κοινωνικοποίησης στη διαμόρφωση της έμφυλης ταυτότητας και της έκφρασης φύλου (Κογκίδου, 2004). …
Διαβάστε όλο το άρθρο από την πηγή