Αντιμέτωπες με την πολύ αυστηρή στάση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της Φρανκφούρτης, που όπως έγραψε πριν από λίγες ημέρες το sofokleousin επιμένει να μην αναθεωρηθούν οι φιλόδοξοι στόχοι για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον διατεθειμένες να αποδεχθούν προσφορές από ξένα fund για «σάπια» δάνεια, τις οποίες μέχρι πρόσφατα θεωρούσαν εξευτελιστικά χαμηλές.
Τα δάνεια που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή για εκποίηση σε fund είναι κυρίως καταναλωτικά, χωρίς εξασφαλίσεις, που παραμένουν μη εξυπηρετούμενα για μεγάλη χρονική περίοδο, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να τα έχουν καλύψει πλήρως με προβλέψεις. Τα δάνεια αυτής της κατηγορίας θεωρούνται, με δεδομένες και τις τεράστιες δυσλειτουργίες στο ελληνικό δικαστικό σύστημα, που καθιστούν πολύ δύσκολη και χρονοβόρα την αναγκαστική είσπραξη, ως τα πιο «σάπια» προβληματικά δάνεια της ευρωζώνης και τιμολογούνται από τα fund ανάλογα, ακόμη και με 3 σεντς για ένα ευρώ δανείου!
Μέχρι τώρα, αυτές οι τιμολογήσεις εμπόδιζαν τη διενέργεια συναλλαγών, γιατί θεωρούνταν υπερβολικά χαμηλές από τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών. Στις σημερινές συνθήκες, όμως, ακόμη και μια είσπραξη λίγων δεκάδων εκατομμυρίων για ένα «πακέτο» δανείων ονομαστικής αξίας 1 δισ. ευρώ μοιάζει ως ελκυστική συναλλαγή για τις τράπεζες, για τρεις λόγους:
- Το «ξεφόρτωμα» των δανείων από τον ισολογισμό διευκολύνει την προσέγγιση των δύσκολων στόχων για μείωση των προβληματικών δανείων. Ενδεχόμενη αποτυχία επίτευξης του στόχου, τουλάχιστον σύμφωνα με την αυστηρή στάση που κρατά ως τώρα ο SSM, είναι «ακριβή» υπόθεση για τις τράπεζες, αφού συνεπάγεται υποχρεωτικό σχηματισμό αυξημένων προβλέψεων.
- Ακόμη και ένα μικρό κέρδος από «τοξικά» δάνεια, που απλώς βαρύνουν τον ισολογισμό, χωρίς να αποδίδουν το παραμικρό, αποτελεί μια όχι αμελητέα συνεισφορά στην προσπάθεια να εμφανίσουν φέτος οι τράπεζες κέρδη και να αποφύγουν την ενεργοποίηση του αυτόματου μηχανισμού ανακεφαλαιοποίησης, με έκδοση μετοχών υπέρ του Δημοσίου έναντι αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.
- Το «καθάρισμα» του ενεργητικού με γρήγορες κινήσεις «ξεφορτώματος» μη εξυπηρετούμενων δανείων οδηγεί σε μείωση των σταθμισμένων σύμφωνα με τον κίνδυνο στοιχείων ενεργητικού, που αποτελούν τον αριθμητή στο κλάσμα της κεφαλαιακής επάρκειας (στοιχεία ενεργητικού/κεφάλαια), με αποτέλεσμα να εξωραΐζεται η εικόνα της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών.
Πώς, όμως, θα προσελκύσουν οι τράπεζες τα fund για να πουλήσουν «τοξικά» δάνεια, όταν το ενδιαφέρον των ξένων για ίδρυση στην Ελλάδα ειδικών εταιρειών-οχημάτων για εξαγορά δανείων είναι πρακτικά μηδενικό, καθώς οι εταιρείες που έχουν λάβει σχετικές άδειες από την Τράπεζα της Ελλάδος είναι μόνο δύο, ως τώρα, και αποτελούν θυγατρικές ελληνικών τραπεζών;
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ειδικές θυγατρικές των τραπεζών θα λειτουργήσουν ως ενδιάμεσοι φορείς για την τιτλοποίηση δανείων, που θα πουληθούν σε ξένα fund, διατηρώντας, ταυτόχρονα, όλες τις λειτουργίες που αφορούν τη διαχείριση των δανείων (servicing) για λογαριασμό των ξένων επενδυτών.
Αν αυτό το σχήμα αρχίσει να λειτουργεί, θα έχει γίνει το πρώτο βήμα για τη δημιουργία της ανύπαρκτης, σήμερα, παρότι στα χαρτιά έχει ιδρυθεί, αγοράς προβληματικών δανείων. Το επόμενο βήμα θα είναι να επιχειρηθεί η πώληση δανείων με καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά, τα οποία οι τράπεζες δεν έχουν καλύψει πλήρως με προβλέψεις.
Το ζητούμενο είναι αυτά τα δάνεια να τιμολογηθούν καλύτερα, ώστε να αποφευχθεί ο σχηματισμός μεγάλου ύψους νέων προβλέψεων, που πάντως οι τράπεζες θα μπορούν πλέον, με βάση πρόσφατη τροπολογία, να συμψηφίζουν με μελλοντικούς φόρους σε μεγάλο βάθος χρόνου (20ετία).