Ένοπλη σύγκρουση, που διεξήχθη από τις 16 Ιουνίου έως τις 18 Ιουλίου του 1913 (28 Ιουλίου η τυπική λήξη της με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου) κατά κύριο λόγο στα εδάφη της απελευθερωμένης από του Οθωμανούς Μακεδονίας, μεταξύ των πρώην συμμάχων του Α’ Βαλκανικού Πολέμου (5 Οκτωβρίου 1912 – 30 Μαΐου 1913). Αντιμέτωποι τέθηκαν από την μία πλευρά η Βουλγαρία και από την άλλη πλευρά η Ελλάδα, η Σερβία και το Μαυροβούνιο. Κατά της Βουλγαρίας στράφηκαν η Ρουμανία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Β’ Βαλκανικός Πόλεμος χαρακτηρίσθηκε από την ταχύτητα διεξαγωγής του και τη σκληρότητα των μαχών του.
Προτού λήξει ακόμη ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος ήταν εμφανή τα σημάδια της επερχόμενης ρήξης μεταξύ των συμμάχων για τη διανομή των απελευθερωμένων εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Βουλγαρία πίστευε ότι ήταν «ριγμένη» στη μοιρασιά έναντι των συμμάχων της Ελλάδας και Σερβίας και υποδαύλιζε διάφορα επεισόδια -συχνά αιματηρά- εναντίον Σέρβων και Ελλήνων στη Μακεδονία. Σε σχέση με τη χώρα μας αμφισβητούσε ανοιχτά την κατοχή της Θεσσαλονίκης και της νοτιοανατολικής Μακεδονίας. Κάθε πρόταση φιλικής διευθέτησης των διαφορών τους με τη Βουλγαρία, η Ελλάδα και η Σερβία συναντούσαν την αδιαλλαξία της, την οποία υπέθαλπε για τους δικούς της λόγους η Αυστροουγγαρία.
Για να αντιμετωπίσουν της διαφαινόμενη βουλγαρική απειλή, η Ελλάδα και η Σερβία υπέγραψαν στις 19 Μαΐου 1913 στη Θεσσαλονίκη, συνθήκη ειρήνης, φιλίας και αμοιβαίας προστασίας. Το κείμενο …
Διαβάστε όλο το άρθρο από την πηγή